Βίλχελμ Ράιχ / Άκου, Ανθρωπάκο
deutsch
english
ελληνικά








Βίλχελμ Ράιχ


ΑΚΟΥ, ΑΝΘΡΩΠΑΚΟ



- Επιλεγμένα αποσπάσματα -














    Η επιλογή των συγκεκριμένων αποσπασμάτων και, επιπρόσθετα, η χρησιμοποίηση διαφορετικού χρώματος σε τμήματα αυτών, αποσκοπεί στο να τονίσει εν συντομία ορισμένες από τις πιο σημαντικές πτυχές του βιβλίου. Φυσικά η ανάγνωσή τους, όσο σημαντική κι αν είναι, δεν υποκαθιστά την ανάγνωση όλου του βιβλίου.












  Σε αποκαλούν Ανθρωπάκο, Κοινό Άνθρωπο· λένε ότι έχει ξεκινήσει μια νέα εποχή, η «Εποχή του Κοινού Ανθρώπου». Μα δεν είσαι εσύ που το λες αυτό, ανθρωπάκο. Το λένε εκείνοι, οι αντιπρόεδροι των μεγάλων εθνών, οι εργατοπατέρες, οι μετανιωμένοι γιοί των αστικών οικογενειών, οι πολιτικοί και οι φιλόσοφοι. Σου προσφέρουν το μέλλον σου, αλλά δε ρωτούν για το παρελθόν σου.
  Κι όμως, είσαι κληρονόμος ενός τρομερού παρελθόντος. Η κληρονομιά σου είναι ένα φλεγόμενο διαμάντι στο χέρι σου. Εγώ αυτό έχω να σου πω.
  Κάθε γιατρός, τσαγκάρης, μηχανικός ή εκπαιδευτικός πρέπει να γνωρίζει τις αδυναμίες του εάν θέλει να κάνει τη δουλειά του και να κερδίσει το ψωμί του. Εδώ και μερικές δεκαετίες, έχεις αρχίσει να παίζεις κυβερνητικό ρόλο σε αυτή τη γη. Από τη σκέψη και τις ενέργειές σου εξαρτάται το μέλλον της ανθρωπότητας. Αλλά οι δάσκαλοι και οι αφέντες σου δε σου λένε τι είσαι στα αλήθεια και το πώς πραγματικά σκέφτεσαι· κανείς δεν τολμά να εκφράσει τη μόνη εκείνη κριτική για εσένα που θα μπορούσε να σε κάνει ικανό να κυβερνήσεις την ίδια σου τη μοίρα. Είσαι «ελεύθερος» από μια άποψη μόνο: ελεύθερος από την εκπαίδευση στο πώς να ορίσεις της ζωή σου μονάχος σου, ελεύθερος από την αυτοκριτική.


  ...Ο ανθρωπάκος δεν θέλει να ακούσει την αλήθεια για τον εαυτό του. Αρνείται τη μεγάλη ευθύνη που συνεπάγεται. Θέλει να παραμείνει ανθρωπάκος, ή να γίνει μεγάλος ανθρωπάκος.


  ...Άλλα ανθρωπάκια σε χώρες μακρινές μελέτησαν επιμελώς τον πόθο σου να είσαι σκλάβος του οποιουδήποτε κι έτσι έμαθαν πώς, με μικρή νοητική προσπάθεια, μπορεί να γίνει κάποιος ένας μεγάλος ανθρωπάκος. Αυτά τα μεγάλα ανθρωπάκια προέρχονται από τις τάξεις σου, όχι από παλάτια και αρχοντικά. Πείνασαν και υπέφεραν όπως εσύ. Ανακάλυψαν έναν ταχύτερο τρόπο να αλλάζουνε αφεντάδες.
  Εδώ και εκατό χρόνια αληθινά μεγάλοι διανοητές έκαναν ανυπολόγιστες θυσίες. Αφιέρωσαν το νου, τον χρόνο, ακόμα και την ίδια τους τη ζωή, για την ελευθερία και την ευτυχία σου. Τα ανθρωπάκια όμως που αναδύθηκαν από τους κόλπους σου, ανακάλυψαν πως δε χρειάζεται να κάνει κάποιος τόσες θυσίες αν θα ήθελε να σε υποδουλώσει. Όσα οι μεγάλοι εκείνοι στοχαστές της ελευθερίας ανέπτυξαν και υπέφεραν σε 100 χρόνια θα μπορούσαν να καταστραφούν σε λιγότερο από πέντε χρόνια. Τα ανθρωπάκια μάλιστα από τις τάξεις σου συντομεύσαν τη διαδικασία: το κάνουν πιο ανοιχτά και πιο βάναυσα. Επιπλέον, σου λένε με τόσα πολλά λόγια πως εσύ κι η ζωή σου, η οικογένειά σου και τα παιδιά σου, δεν αξίζετε τίποτα, ότι είσαι ένα ηλίθιο ανδράποδο, ότι κάποιος μπορεί να σε κάνει ό,τι θέλει. Δεν σου υπόσχονται προσωπική ελευθερία, αλλά εθνική ελευθερία.
  Δεν σου μιλούν για αυτοσεβασμό, αλλά για σεβασμό προς το κράτος. Δε σου υπόσχονται προσωπικό μεγαλείο, αλλά εθνικό μεγαλείο. Καθόσον η «προσωπική ελευθερία» και το «προσωπικό μεγαλείο» δεν είναι για εσένα παρά αόριστες έννοιες, ενώ η «εθνική ελευθερία» και τα «συμφέροντα του κράτους» κάνουν τα σάλια να τρέχουν στο στόμα σου, σαν στο στόμα του σκύλου μπροστά σ’ ένα κόκκαλο – κι έτσι τα χειροκροτείς δυνατά.


  ...Είσαι άρρωστος, πολύ άρρωστος, ανθρωπάκο. Δεν είναι δικό σου λάθος. Αλλά είναι υποχρέωσή σου να απαλλαγείς από αυτήν την αρρώστια.


  ...Ξέρω πως εκείνο που αποκαλείς «Θεό» υπάρχει στην πραγματικότητα, αλλά με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που φαντάζεσαι: είναι η πρωταρχική κοσμική ενέργεια στο σύμπαν, ο έρωτας στο κορμί σου, η ακεραιότητα στον χαρακτήρα σου και η αίσθηση της φύσης μέσα και γύρω σου.



  ...Σε φοβάμαι, ανθρωπάκο, σε φοβάμαι πάρα πολύ. Δεν ήταν πάντα έτσι. Ήμουν κι εγώ ο ίδιος κάποτε ένας ανθρωπάκος, ανάμεσα σε εκατομμύρια ανθρωπάκους. Ύστερα έγινα φυσικός επιστήμονας και ψυχίατρος, και έμαθα να διακρίνω πόσο πολύ άρρωστος είσαι και πόσο επικίνδυνος μέσα στην αρρώστια σου. Έμαθα να διακρίνω το γεγονός ότι είναι η δική σου συναισθηματική ασθένεια, και όχι μια εξωτερική δύναμη, η οποία κάθε ώρα και κάθε λεπτό σε καταπιέζει, παρόλο που μπορεί να μην υπάρχει καμιά εξωτερική πίεση. Θα είχες ξεπεράσει τους τυράννους πολύ καιρό πριν, αν ήσουνα ζωντανός μέσα σου και υγιής. Οι καταπιεστές σου προέρχονται από τις τάξεις σου, όπως στο παρελθόν προέρχονταν από τα ανώτερα στρώματα της κοινωνίας. Είναι ακόμη πιο μικροί από σένα ανθρωπάκο. Γιατί χρειάζεται μια γερή δόση μικρότητας για να γνωρίζουν από πείρα τη μιζέρια σου και στη συνέχεια να χρησιμοποιούν αυτή τη γνώση για να σε καταπιέσουν ακόμα καλύτερα, ακόμα σκληρότερα.
  Δεν έχεις κανένα αισθητήριο για να διακρίνεις τον πραγματικά μεγάλο άνθρωπο. Η ύπαρξή του, τα βάσανά του, οι ελπίδες του, το πάθος του, ο αγώνας του για σένα σου είναι άγνωστα. Δεν μπορείς να καταλάβεις ότι υπάρχουν άνδρες και γυναίκες που είναι ανίκανοι να σε καταπιέσουν ή να σε εκμεταλλευτούν, και που πραγματικά θέλουν να είσαι ελεύθερος, αληθινός και ειλικρινής. Δεν σου αρέσουν αυτοί οι άντρες και οι γυναίκες γιατί είναι ξένοι προς την ύπαρξή σου. Είναι απλοί και ευθείς· για αυτούς, η αλήθεια είναι, ότι είναι για εσένα η κομπίνα. Βλέπουν μέσα σου, όχι για να σε περιγελάσουν, αλλά με πόνο για την ανθρώπινη μοίρα· αλλά εσύ νιώθεις το βλέμμα τους να σε διαπερνά και αισθάνεσαι κίνδυνο. Αναγνωρίζεις τη μεγαλοσύνη τους, ανθρωπάκο, μόνο όταν πολλά άλλα ανθρωπάκια σου πουν πως είναι σπουδαίοι. Φοβάσαι τον μεγάλο άνθρωπο, την απορρόφησή του από τη ζωή και την αγάπη του για τη ζωή. Ο μεγάλος άνθρωπος σε αγαπάει απλά σαν κάθε ζωντανό πλάσμα. Δεν θέλει να σε βλέπει να υποφέρεις, όπως υποφέρεις εδώ και χιλιάδες χρόνια. Δεν θέλει να σε ακούει να φλυαρείς, όπως ανόητα φλυαρείς εδώ και χιλιάδες χρόνια. Δεν θέλει να σε βλέπει σαν ένα ζώο φορτωμένο γιατί αγαπά τη ζωή και θέλει να την δει απαλλαγμένη από τα βάσανα και τον εξευτελισμό.
  Οδηγείς τους πραγματικά σπουδαίους ανθρώπους στο σημείο να σε περιφρονούν, και, πληγωμένοι από εσένα και τη μικροπρέπειά σου, να τραβιούνται μακριά σου, να σε αποφεύγουν και, το χειρότερο από όλα, να αρχίζουν να σε λυπούνται. Κι αν τύχει, ανθρωπάκο, να είσαι ένας ψυχίατρος, ένας Λομπρόσο για παράδειγμα, στιγματίζεις τον σπουδαίο άνθρωπο ως ένα είδος εγκληματία ή έναν εν δυνάμει εγκληματία ή σαν ψυχωτικό. Γιατί ο μεγάλος άνθρωπος, αντίθετα με εσένα, δεν βλέπει ως σκοπό της ζωής το να συσσωρεύει χρήματα ή τον κοινωνικά ‘ορθό’ γάμο των θυγατέρων του, ή μια πολιτική καριέρα, ή ακαδημαϊκούς τίτλους ή το βραβείο Νόμπελ. Για τους λόγους αυτούς επειδή δεν είναι σαν εσένα, τον αποκαλείς «ιδιοφυή» ή «παλαβό». Εκείνος, από την πλευρά του, είναι πρόθυμος να δηλώσει ότι δεν είναι ιδιοφυΐα, αλλά απλώς ένα ζωντανό πλάσμα. Τον αποκαλείς «ακοινώνητο» γιατί προτιμά τη μελέτη, με τις σκέψεις του, ή το εργαστήριο, με τη δουλειά του, από τα κενά, φλύαρα, κοινωνικά σου «πάρτυ». Τον αποκαλείς τρελό γιατί ξοδεύει τα χρήματά του στην επιστημονική έρευνα αντί να αγοράζει ομόλογα και μετοχές, όπως κάνεις εσύ. Έχεις το θράσος, ανθρωπάκο, στον απύθμενο εκφυλισμό σου, να αποκαλείς τον απλό, ειλικρινή άνθρωπο «ανώμαλο»: σε σύγκριση με εσένα, το πρωτότυπο της «κανονικότητας», τον «homo normalis». Τον μετράς με τα μηδαμινά σου μέτρα και σταθμά και διαπιστώνεις ότι δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της κανονικότητάς σου. Δεν μπορείς να δεις ανθρωπάκο ότι εξωθείς αυτόν τον άνθρωπο, αυτόν που είναι γεμάτος αγάπη για σένα και θέληση να σε βοηθήσει, μακριά από κάθε μορφή κοινωνικής ζωής, επειδή την έχεις καταντήσει ανυπόφορη, είτε στις ταβέρνες είτε στα ανάκτορα.


  ...Αφού οδήγησες έτσι λοιπόν τον μεγάλο άνθρωπο στη μοναξιά, ξεχνάς τι του έκανες. Απλά είπες μια ανοησία παραπάνω, διέπραξες μια ακόμα μικρή ευτέλεια, πρόσφερες μια ακόμα βαθιά πληγή. Ξεχνάς.


  ...Θα ήθελε να μάθει τι σε ωθεί να κάνεις πράγματα σαν και τούτα: .... να παίρνεις ό,τι σου δίνεται και να δίνεις ό,τι απαιτούν από εσένα, αλλά ποτέ να μην δίνεις εκεί που σου δόθηκε αγάπη· να δίνεις άλλη μια κλωτσιά σε έναν συνάνθρωπο που έχει πέσει ή που πρόκειται να πέσει· να ψεύδεσαι εκεί όπου απαιτείται η αλήθεια και πάντα να διώκεις την αλήθεια αντί για το ψέμα. Ανθρωπάκο, είσαι πάντα με το μέρος των διωκτών.



  ...Η απόδειξη: οι φίλοι σου που μιλούσαν όπως θα ήθελες, δεν ήταν ποτέ μεγάλοι άνθρωποι.
  Δεν πιστεύεις ότι ο φίλος σου θα μπορούσε να κάνει κάτι μεγάλο. Κρυφά, περιφρονείς τον εαυτό σου, ακόμη και όταν –ή ιδιαίτερα όταν– κάνεις τη μεγαλύτερη επίδειξη της αξιοπρέπειάς σου· και αφού περιφρονείς τον εαυτό σου δεν μπορείς να σεβαστείς αυτόν που είναι φίλος σου. Δεν μπορείς να πιστέψεις ότι κάποιος που κάθισε στο τραπέζι μαζί σου ή έζησε στο ίδιο σπίτι μαζί σου είναι ικανός για μεγάλα επιτεύγματα. Κοντά σου, ανθρωπάκο, είναι δύσκολο να στοχάζεται κανείς. Μπορεί κάποιος μόνο να σκέφτεται για εσένα, μα όχι με εσένα. Γιατί καταπνίγεις κάθε μεγάλη σαρωτική σκέψη.


  ...Αλλά όταν κάτι γραφτεί στην εφημερίδα το πιστεύεις, είτε το καταλαβαίνεις είτε όχι.

  Σου λέω, ανθρωπάκι: Έχασες την αίσθηση ό,τι καλύτερου υπήρχε μέσα σου. Το στραγγάλισες, και το σκοτώνεις όπου το εντοπίσεις· στους άλλους, στα παιδιά σου, στη γυναίκα σου, στον άντρα σου, στον πατέρα σου και στη μητέρα σου. Είσαι μικρός και θέλεις να παραμείνεις μικρός.


  ...Δεν είσαι μόνο μικρός, ανθρωπάκο. Ξέρω πως έχεις τις «μεγάλες στιγμές» σου στη ζωή, στιγμές «έκστασης» και «αγαλλίασης», στιγμές «ανάτασης». Αλλά δεν έχεις το σθένος να ανυψωθείς ολοένα ψηλότερα, να αφήσεις τον εσωτερικό παλμό σου να σε οδηγήσει ολοένα πιο πάνω. Φοβάσαι το πέταγμα, φοβάσαι το ύψος και το βάθος. Ο Νίτσε σου το είπε πολύ καλύτερα, πριν από καιρό. Αλλά δεν σου είπε γιατί είσαι όπως είσαι. Προσπάθησε να σε κάνει έναν «υπεράνθρωπο»· να ξεπεράσεις το ανθρώπινο επίπεδο. Ο «υπεράνθρωπος» του έγινε ο «Φύρερ Χίτλερ» σου. Και εσύ παρέμεινες «υπάνθρωπος».
  Θέλω να πάψεις να είσαι υπάνθρωπος και να γίνεις ο εαυτός σου. Ο εαυτός σου, όχι η εφημερίδα που διαβάζεις ή η φτηνή γνώμη που ακούς από τον μοχθηρό σου γείτονα. Ξέρω ότι δε γνωρίζεις τι και πώς είσαι πραγματικά στο βάθος σου. Κατά βάθος, είσαι αυτό που είναι ένα ελάφι, ή ο Θεός σου, ο ποιητής σου ή ο σοφός σου. Μα εσύ πιστεύεις ότι είσαι μέλος του συλλόγου βετεράνων, του κλαμπ του μπόουλινγκ ή της Κου-Κλουξ-Κλαν. Και αφού έτσι πιστεύεις, δρας ανάλογα. Αυτό σου το είπαν κι άλλοι: ο Χάινριχ Μαν στη Γερμανία πριν από είκοσι πέντε χρόνια και, στην Αμερική, ο Άπτον Σίνκλερ, ο Ντος Πάσος και άλλοι. Αλλά εσύ δε γνωρίζεις τον Μαν ή τον Σίνκλερ. Γνωρίζεις μόνο τον πρωταθλητή του μποξ και τον Αλ Καπόνε. Κι αν έχεις να διαλέξεις ανάμεσα σε μια βόλτα μέχρι τη βιβλιοθήκη ή το ματς, θα επιλέξεις αναμφίβολα το ματς.
  Εκλιπαρείς για ευτυχία στη ζωή, αλλά η ασφάλεια είναι για σένα πιο σημαντική, ακόμα κι αν σου κοστίζει τα μαλλιοκέφαλά σου ή σου καταστρέφει τη ζωή. Καθώς όμως δεν έμαθες ποτέ να δημιουργείς την ευτυχία ή να την χαίρεσαι και να την προστατεύεις, αγνοείς το θάρρος που χαρακτηρίζει το άτομο εκείνο που ορθώνει στη ζωή ανάστημα. Θέλεις να μάθεις ανθρωπάκο τι είσαι; Ακούς στο ραδιόφωνο τις διαφημίσεις για καθαρτικά, οδοντόπαστες και αποσμητικά. Αλλά αδυνατείς να διακρίνεις τη μουσική της προπαγάνδας που κρύβεται πίσω τους. Δεν αντιλαμβάνεσαι την απύθμενη βλακεία και την αηδιαστική κακογουστιά αυτών των πραγμάτων, που έχουν σχεδιαστεί για να αποσπούν την ακοή σου. Άκουσες ποτέ σου με προσοχή τα αστεία που λένε για σένα οι κωμικοί στα κέντρα διασκέδασης; Αστεία για σένα, για τους ίδιους, για ολόκληρο τον μικρό άθλιο κόσμο σου. Άκου τις διαφημίσεις σου για τα καθαρτικά του εντέρου και μάθε ποιος και τι είσαι.


  Άκου, ανθρωπάκο: Κάθε μικρόψυχη κατεργαριά σου υπογραμμίζει την αθλιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Κάθε μικρόψυχη πράξη σου κάνει να οπισθοχωρεί όλο περισσότερο η ελπίδα να βελτιώσεις την τύχη σου.


  ...Με τη μεγαλύτερη συνέπεια, η σκέψη σου χάνει πάντα την αλήθεια, ακριβώς όπως ένας δεινός σκοπευτής είναι ικανός να χτυπά σταθερά και σκόπιμα ακριβώς δίπλα από το κέντρο του στόχου του. Δεν το νομίζεις; Θα στο αποδείξω. Θα μπορούσες να είχες γίνει από καιρό κύριος της ύπαρξής σου, αν η σκέψη σου επικεντρωνόταν στην αλήθεια.





  ...Τέτοιες κουταμάρες λες, ανθρωπάκο. Και με τέτοιες κουταμάρες συγκροτείς ένοπλους σχηματισμούς κι εκείνοι σφάζουν δέκα εκατομμύρια ανθρώπους επειδή είναι ‘Εβραίοι’, παρά το ότι δε μπορείς καν να πεις τι είναι ο Εβραίος. Αυτός είναι ο λόγος που κάποιος γελάει μαζί σου, που σε αποφεύγει όταν έχει να κάνει σοβαρή δουλειά και που παραμένεις κολλημένος στο βούρκο. Όταν λες ‘Εβραίος’ αισθάνεσαι ανώτερος. Πρέπει να το κάνεις αυτό γιατί στην πραγματικότητα νιώθεις ταπεινός. Κι αυτή η αθλιότητα και η δυστυχία σου είναι που δολοφονείς κατηγορώντας κάποιον για Εβραίο. Αυτό είναι ένα μόνο μικρό κομμάτι της αλήθειας σου, ανθρωπάκο.
  Αισθάνεσαι την κατωτερότητά σου λιγότερο έντονη όταν λες ‘Εβραίος’, αλαζονικά ή περιφρονητικά. Αυτό μόλις πρόσφατα το διαπίστωσα. Αποκαλείς κάποιον ‘Εβραίο’ αν σου προκαλεί είτε ελάχιστο, είτε υπερβολικό σεβασμό. Ξεκινάς αυθαίρετα να προσδιορίζεις ποιος είναι ‘Εβραίος’. Αλλά εγώ δε σου παραχωρώ αυτό το δικαίωμα, είτε είσαι ένας Άριος ανθρωπάκος είτε ένας Εβραίος ανθρωπάκος. Μόνον εγώ και κανείς άλλος σε αυτόν τον κόσμο δεν έχει το δικαίωμα να καθορίσει ποιος είμαι. Είμαι βιολογικός και πολιτιστικός μιγάς, κι είμαι περήφανος που είμαι το πνευματικό και φυσικό αποτέλεσμα όλων των τάξεων και των φυλών και των εθνών, περήφανος που δεν είμαι τμήμα μιας «καθαρής φυλής» και που δεν ανήκω σε μια «καθαρή κοινωνική τάξη» όπως εσύ, περήφανος που δεν είμαι σοβινιστής όπως εσύ, ο ασήμαντος φασίστας όλων των εθνών, των φυλών και των τάξεων. Ακούω ότι στην Παλαιστίνη δεν ήθελες έναν Εβραίο τεχνικό επειδή ήταν απερίτμητος. Δεν έχω τίποτα περισσότερο κοινό με τους Εβραίους φασίστες από ότι με οποιονδήποτε άλλο φασίστα του κόσμου. {✦ Τμήμα που λείπει από τα περισσότερα διαθέσιμα βιβλία & PDFs – Από βιβλίο στα ελληνικά: Δε με συγκινεί η εβραϊκή γλώσσα, η εβραϊκή θρησκεία, ή η εβραϊκή κουλτούρα. Πιστεύω στο Θεό των Εβραίων όσο και στον Θεό των Χριστιανών ή των Ινδών, μα ξέρω καλά που βρήκες εσύ τον δικό σου. Δεν πιστεύω ότι οι Εβραίοι είναι «ο περιούσιος λαός». Πιστεύω πως κάποια μέρα οι Εβραίοι θα χαθούν ανάμεσα στα αμέτρητα ανθρώπινα πλάσματα του πλανήτη κι αυτό θα είναι προς όφελος των ίδιων και των απογόνων τους. Δε σ’ αρέσει να το ακούς αυτό, εβραίε ανθρωπάκο. Κοπανάς συνέχεια την εβραϊκότητά σου επειδή περιφρονείς τον Εβραίο μέσα σου και γύρω σου. Ο φανατικότερος αντισημίτης είναι ο ίδιος ο Εβραίος. Κι αυτή είναι μια πανάρχαια αλήθεια. Μα δε σε περιφρονώ ούτε σε μισώ. Απλά δεν έχω τίποτα κοινό με σένα, όχι περισσότερα απ’ όσα έχω με έναν Κινέζο ή ένα ρακούν, δηλαδή την κοινή καταγωγή μας από την κοσμική ύλη. } Αλήθεια, εβραίε ανθρωπάκο, γιατί σταματάς μόνο στον Σεμ [ο μεγαλύτερος γιος του Νώε, πρόγονος των Σημιτών], και όχι στο πρωτόπλασμα; Για μένα, η ζωή ξεκίνησε με την πλασματική συστολή κι όχι με τη ραβινική θεολογία.
  Σου πήρε πολλά εκατομμύρια χρόνια για να εξελιχθείς από μέδουσα σε δίποδο της ξηράς. Η σημερινή βιολογική σου παρέκκλιση, σ’ αυτή την άκαμπτη μορφή, κράτησε μόνο έξι χιλιάδες χρόνια. Θα σου πάρει εκατό ή πεντακόσια ή ίσως πέντε χιλιάδες χρόνια για να ανακαλύψεις ξανά τη φύση μέσα σου, τη μέδουσα μέσα σου.



  ...Έτσι είσαι, ανθρωπάκο. Αλλά κανείς δεν τολμά να σου πει πώς στ’ αλήθεια είσαι. Σε θέλουν μικρό, ανθρωπάκο, γιατί σε φοβούνται.



  ...Όχι, ανθρωπάκο, δεν πας ποτέ σ’ αυτόν που σε βοηθά, να τον βοηθήσεις. Παίζεις χαρτιά ή φωνάζεις ώσπου να βραχνιάσεις σ’ έναν αγώνα μποξ, ή βλέπεις τη ζωή να περνά σκλαβωμένος μονότονα σ’ ένα γραφείο ή ένα ορυχείο. Αλλά ποτέ δεν έρχεσαι σ’ αυτόν που σε βοηθά, να τον βοηθήσεις. Ξέρεις γιατί; Γιατί ο πρωτοπόρος, στο ξεκίνημά του δεν έχει να προσφέρει τίποτα άλλο παρά σκέψεις. Ούτε κέρδος, ούτε υψηλούς μισθούς, ούτε συλλογικές συμβάσεις, ούτε δώρο χριστουγέννων, μήτε έναν εύκολο τρόπο ζωής. Το μόνο που έχει να προσφέρει είναι έγνοιες, κι εσύ δε θέλεις έγνοιες, έχεις ήδη αρκετές από μόνος σου.
  Αλλά αν απλά έμενες μακριά, χωρίς να προσφέρεσαι να δώσεις ή να δίνεις βοήθεια, ο πρωτοπόρος δε θα στενοχωριόταν για τη στάση σου. Άλλωστε, κι αν σκέφτεται κι ανησυχεί κι ανακαλύπτει δε το κάνει για σένα. Όλα αυτά τα κάνει ορμώμενος απ’ τη δική του ζωτικότητα. Το να σε φροντίζει και να σε λυπάται τα αφήνει στους ηγέτες των κομμάτων σου και τους παπάδες. Αυτό που θα ήθελε, είναι να σε δει τελικά να γίνεις ικανός να φροντίζεις τον εαυτό σου.
  Αλλά δεν σου αρκεί να μην τον βοηθάς· τον παρενοχλείς και τον φτύνεις.


  ...Μα όταν η ανακάλυψη του θα γραφτεί στις εφημερίδες, τότε έρχεσαι, όχι περπατώντας, αλλά τρέχοντας. Διακηρύττεις ότι ο πρωτοπόρος εξερευνητής είναι μια «ιδιοφυΐα», ο ίδιος εκείνος άνθρωπος που χθες αποκαλούσες απατεώνα, πορνογράφο, τσαρλατάνο ή επικίνδυνο άνθρωπο που υπονομεύει τα χρηστά ήθη. Τώρα τον λες «ιδιοφυΐα». Δεν ξέρεις τι είναι ιδιοφυΐα, όπως δεν ξέρεις τι είναι ο «Εβραίος», ή η «αλήθεια» ή η «ευτυχία». Θα σου πω εγώ, ανθρωπάκο· στο είπε ο Τζακ Λόντον στο MARTIN EDEN του. Ξέρω ότι το έχεις διαβάσει χιλιάδες φορές, αλλά δεν έχεις αντιληφθεί το νόημά του: Η «ιδιοφυΐα» είναι το σήμα κατατεθέν που κολλάς στα προϊόντα σου όταν θέλεις να τα πουλήσεις. Αν ο ερευνητής (που μόλις χθες ήταν «ακόλαστος» ή «τρελός») είναι «ιδιοφυΐα», τότε είναι πιο εύκολο για σένα να καταβροχθίσεις την ευτυχία που ήρθε να προσφέρει σε αυτόν τον κόσμο. Γιατί τώρα καταφθάνουν σμήνη από ανθρωπάκια, κραυγάζοντας μαζί «Ιδιοφυΐα, ιδιοφυΐα». Κι οι άνθρωποι έρχονται κοπαδιαστά και τρώνε τα επινοήματά του από το χέρι του.


  ...Στρεβλές αντιλήψεις εντυπώθηκαν ανεξίτηλα σε εκατοντάδες χιλιάδες επιστήμονες. Επιπρόσθετα, η ζωή η ίδια υπέστη σοβαρή ζημιά· γιατί από αυτό το σημείο και μετά, για να διαφυλάξεις την αξιοπρέπειά σου, ή το καθηγητιλίκι σου, τη θρησκεία σου, τον τραπεζικό σου λογαριασμό ή την φιλαυτία σου, καταδίωξες, συκοφάντησες κι έβλαψες με οποιονδήποτε τρόπο όποιον βρισκόταν στο δρόμο της πραγματικής κατανόησης των λειτουργιών της ζωής.
  Ναι, πράγματι, θέλεις να έχεις «ιδιοφυΐες» και είσαι πρόθυμος να τις τιμήσεις. Αλλά θέλεις μια καλή ιδιοφυΐα, μια μετριοπαθή, κόσμια ιδιοφυΐα, δίχως παραλογισμούς, εν συντομία, μια φαινομενικά μετρημένη και πειθήνια ιδιοφυία, όχι μια ανυπόταχτη κι ατίθαση που σπάει όλα τα εμπόδια και τους περιορισμούς σου. Θέλεις μια συμμαζεμένη, προσγειωμένη, καλοντυμένη ιδιοφυία, με την οποία, χωρίς να σε κάνει να κοκκινίζεις, να μπορείς να παρελαύνεις, επιδεικνύοντάς τη θριαμβευτικά στους δρόμους σου, από πόλη σε πόλη.

  Έτσι είσαι, ανθρωπάκο. Είσαι καλός στο να παίρνεις με τη σέσουλα και να μαζεύεις με την κουτάλα, αλλά δεν μπορείς να δημιουργήσεις.




  ...Γιατί σε πιάνει πανικός όταν αναδεύεται μέσα σου το αρχέγονο συναίσθημα της ΑΓΑΠΗΣ και της ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ. Γι’ αυτό φοβάσαι να δώσεις. Η βουλιμία σου στον τρόπο που παίρνεις, κατά βάση, έχει μόνο ένα νόημα: Είσαι αναγκασμένος να παραγεμίζεις τον εαυτό σου συνεχώς με χρήματα, με ευτυχία, με γνώση, επειδή αισθάνεσαι άδειος, πεινασμένος, δυστυχισμένος, στερημένος από την αληθινή γνώση κι από τη λαχτάρα για γνώση. Για τον ίδιο λόγο συνεχώς τρέχεις να απομακρυνθείς από την αλήθεια, ανθρωπάκο: μπορεί να απελευθερώσει μέσα σου το αντανακλαστικό της αγάπης. Και θα σου έδειχνε αναπόδραστα αυτό που προσπαθώ, αδέξια, να σου δείξω εδώ. Μα αυτό δεν το θέλεις, ανθρωπάκο. Το μόνο που θες είναι να είσαι καταναλωτής και πατριώτης.


  ...Ρίξε μια ματιά στους πατριώτες σου: Δεν περπατούν· παρελαύνουν. Δεν μισούν τον εχθρό· αντ’ αυτού, έχουν «κληρονομικούς εχθρούς» τους οποίους κάθε δέκα τόσα χρόνια αλλάζουν σε κληρονομικούς φίλους, και μετά πάλι σε κληρονομικούς εχθρούς. Δεν τραγουδούν τραγούδια· γκαρίζουν εμβατήρια.


  ...Η αγάπη, η δουλειά και η γνώση δεν γνωρίζουν πατρίδες, τελωνεία και στολές. Είναι παγκόσμιες και περιλαμβάνουν όλη την ανθρωπότητα. Αλλά εσύ θέλεις να είσαι ένας πατριωτάκος, γιατί φοβάσαι την αληθινή αγάπη, φοβάσαι τις ευθύνες της δουλειά σου, και φοβάσαι τη γνώση.


  ...«Σταμάτα κλέφτη! Είναι ξένος, είναι μετανάστης. Ενώ εγώ είμαι Γερμανός, Αμερικανός, Δανός, Νορβηγός!»
  Ω, πάψε πια, ανθρωπάκο! Είσαι και θα παραμείνεις ο αιώνιος μετανάστης και απόδημος. Ήρθες σε αυτόν τον κόσμο εντελώς τυχαία, και σιωπηλά θα τον αφήσεις πάλι.
Στριγγλίζεις γιατί φοβάσαι. Νιώθεις το σώμα σου να γίνεται σταδιακά πιο άκαμπτο και να στεγνώνει. Γι’ αυτό φοβάσαι και καλείς την αστυνομία. Αλλά ούτε η αστυνομία σου έχει καμία εξουσία πάνω στην αλήθεια μου. Ακόμα και ο αστυνομικός σου σε μένα έρχεται, παραπονούμενος για τη γυναίκα του και τα άρρωστα παιδιά του. Όταν φοράει τη στολή κρύβει την ανθρώπινη υπόστασή του· αλλά δεν μπορεί να κρυφτεί από εμένα· εγώ τον είδα κι εκείνον γυμνό.




  ...Λοιπόν, μπορεί να τα καταφέρεις να αποδείξεις ότι δε δήλωσα εκατό δολάρια στην εφορία· ή ότι πέρασα οδηγώντας τα σύνορα μιας πολιτείας έχοντας πλάι μου μια γυναίκα· ή ότι μίλησα όμορφα με ένα παιδί στο δρόμο. Είναι όμως στα δικά σου χείλη που κάθε μία από αυτές τις τρεις προτάσεις ηχεί έτσι άσχημα, με μια χροιά γλοιώδους, θολής, ποταπής πράξης. Κι αφού τέτοιος είσαι και δε γνωρίζεις τίποτα άλλο πέρα από αυτά, νομίζεις πως είμαι σαν εσένα. Όχι, ανθρωπάκο, δεν είμαι σαν εσένα κι ούτε σου έμοιαζα ποτέ. Δεν έχει σημασία αν το πιστεύεις ή όχι. Γεγονός είναι πως εσύ έχεις το περίστροφο και εγώ τη γνώση. Οι ρόλοι είναι διακριτοί.


  ...Τώρα, σχετικά με την περίτρανη ελευθερία σου. Κανείς, ανθρωπάκο, δεν σε ρώτησε ποτέ γιατί δεν καταφέρνεις να απελευθερωθείς μόνος σου ή γιατί, κι αν το κατορθώσεις, την παραδίδεις αμέσως σε κάποιον καινούργιο αφέντη.


  ...Το να φωνάζεις «Ζήτω!» και «Κάτω!» δε σε φέρνει ούτε βήμα κοντύτερα στον στόχο σου, ανθρωπάκο. Πίστευες πάντα ότι η ελευθερία σου διασφαλίζεται «στήνοντας κάποιους στον τοίχο». Για μια φορά, κοίτα καλύτερα να στηθείς μπροστά σε έναν καθρέφτη.



  ...Αναλογίστηκες ποτέ, ανθρωπάκο, πώς θα ένιωθε ένας αετός αν θα επώαζε αυγά από κότες; Στην αρχή, ο αετός περιμένει πως σαν τα αυγά θα σκάσουν, θα βγουν αετόπουλα, που θα τ’ αναθρέψει να γίνουν μεγάλοι αετοί. Αλλά αυτά που βγαίνουν πάντα από τα αυγά δεν είναι τίποτα άλλο από μικρά κλωσσόπουλα. Απελπισμένος, ο αετός αρπάζεται από την ελπίδα ότι τελικά τα κλωσσόπουλα θα γίνουν αετοί. Μα όχι, στο τέλος, εκείνα δεν είναι τίποτα άλλο παρά κότες απλά που κακαρίζουν. Σαν το συνειδητοποίησε αυτό ο αετός, δυσκολεύτηκε πολύ να καταστείλει την πρώτη του παρόρμηση να φάει όλα τούτα τα κοτόπουλα και τις κότες που κακαρίζουν. Αυτό που τον εμπόδισε να το κάνει ήτανε μια μικρή ελπίδα. Η ελπίδα ότι ανάμεσα στα τόσα κοτόπουλα ίσως να υπήρχε, μια μέρα, ένας μικρός αετός ικανός να εξελιχθεί σε έναν μεγάλο αετό, άξιο σαν τον ίδιο, που να μπορεί να βλέπει από τον ψηλό γκρεμό του πέρα μακριά και να ανακαλύψει νέους κόσμους, νέες ιδέες, νέους τρόπους ζωής. Μόνο αυτή η μικρή ελπίδα ήταν που συγκράτησε τον θλιμμένο, μοναχικό αετό από το να καταβροχθίσει όλες τις κότες και τα κλωσσόπουλα που κακαρίζουν. Εκείνα, από την πλευρά τους, δεν κατάλαβαν ότι τα επώαζε αετός. Δεν είδαν ότι ζούσαν σε έναν ψηλό, απόκρημνο βράχο, πολύ πάνω από τις υγρές, σκοτεινές κοιλάδες. Δεν κοίταξαν μακριά στον ορίζοντα σαν τον μοναχικό αετό. Μόνο τρώγανε και τρώγανε και τρώγανε αχόρταγα ό,τι τους έφερνε στη φωλιά ο αετός. Τον άφηναν να τα ζεσταίνει κάτω από τα δυνατά φτερά του όταν έξω έβρεχε και λυσσομανούσε, όταν εκείνος άντεχε απροστάτευτος την καταιγίδα. Ή, εάν τα πράγματα γίνονταν σκληρότερα, του έστηναν ενέδρα και του έριχναν πετραδάκια αιχμηρά, για να τον χτυπήσουν και να τον πληγώσουν. Όταν εκείνος συνειδητοποίησε αυτήν την κακία τους, η πρώτη του παρόρμηση ήτανε πάλι να τα κομματιάσει. Αλλά το ξανασκέφτηκε κι άρχισε να τα λυπάται. Κάποτε, κάποια μέρα, ήλπισε, θα υπήρχε, θα έπρεπε να υπάρξει, ανάμεσα στα τόσα φλύαρα, αδηφάγα, κοντόφθαλμα κοτόπουλα, ένα αετόπουλο, που σα θα μεγαλώσει θα του μοιάζει.
  Ο μοναχικός αετός, μέχρι σήμερα, δεν έχει εγκαταλείψει αυτήν την ελπίδα. Και έτσι συνεχίζει να κλωσσά κοτοπουλάκια.
  Μα εσύ δεν θέλεις να γίνεις αετός, ανθρωπάκο, και γι’ αυτό ακριβώς σε τρώνε οι γύπες. Φοβάσαι τους αετούς, κι έτσι ζεις σε μεγάλα κοπάδια και σε τρώνε σε μεγάλα κοπάδια. Γιατί, βλέπεις, κάποιες από τις κλώσσες σου κλώσσησαν αυγά από γύπες. Και οι γύπες σου έγιναν οι ηγέτες σου ενάντια στους αετούς, τους αετούς που ήθελαν να σε οδηγήσουν σε μακρινούς, καλύτερους κόσμους. Ο γύπας σε έμαθε να τρως ψοφίμια, να αρκείσαι στα ψίχουλα και να φωνάζεις: «Ζήτω, ζήτω, Μεγάλε Γύπα!» Τώρα λιμοκτονείς και πεθαίνεις κατά κοπάδια, κι ακόμα φοβάσαι τους αετούς, που κλωσσούν τα κοτόπουλάκια σου.

  Όλα τούτα, ανθρωπάκο, τα ’κτισες πάνω στην άμμο: το σπίτι σου, τη ζωή σου, την κουλτούρα και τον πολιτισμό σου, την επιστήμη και την τεχνική σου, την αγάπη σου και την εκπαίδευση των παιδιών σου. Δε το ξέρεις, δε θέλεις να το ξέρεις κι αν κάποιος μεγάλος άνθρωπος στο πει, τον σκοτώνεις.



  ...«Ένας νέος, ακόμη πιο τρομακτικός πόλεμος ξέσπασε, μόλις τελειώσαμε τον “πόλεμο που θα τέλειωνε όλους τους πολέμους”. Τι να κάνουμε;»
  «Ο πολιτισμός για τον οποίο είμαι τόσο περήφανος καταρρέει, κάτω από το βάρος του πληθωρισμού. Εκατομμύρια άνθρωποι δεν έχουν τίποτα να φάνε, λιμοκτονούν και σκοτώνουν, κλέβουν, εκφυλίζονται και εγκαταλείπουν κάθε ελπίδα. Τι να κάνουμε;»


  ...Είχες την επιλογή ανάμεσα στον Νίτσε και την ανύψωση σε υπεράνθρωπο και τον Χίτλερ και τον ξεπεσμό σου σε υπάνθρωπο. Φώναξες ‘Ζήτω!’ και διάλεξες τον υπάνθρωπο.
  Είχες την επιλογή ανάμεσα στην πραγματικά δημοκρατική οργάνωση του Λένιν και τη δικτατορία του Στάλιν. Διάλεξες τη δικτατορία του Στάλιν.


  ...Είχες την επιλογή ανάμεσα στην απάνθρωπη Ιερά Εξέταση και την αλήθεια του Γαλιλαίου. Βασάνισες μέχρι θανάτου τον μεγάλο Γαλιλαίο, από τις ανακαλύψεις του οποίου ακόμα επωφελείσαι, υποβάλλοντάς τον στην απόλυτη ταπείνωση. Σε αυτόν τον εικοστό αιώνα, ξανάδωσες νέα πνοή στις μεθόδους της Ιεράς Εξέτασης.


  ...Αν εσύ, ανθρωπάκο, ανάμεσα στα εκατομμύρια ανθρωπάκια, αναλάμβανες ένα απειροελάχιστο μερίδιο της ευθύνης σου, ο κόσμος θα ήταν διαφορετικός και οι μεγάλοι σου φίλοι δεν θα πέθαιναν από τη μικρότητά σου.
  Μα επειδή δεν αναλαμβάνεις καμία ευθύνη, το σπίτι σου στέκεται στην άμμο.


  ...Χτίσε το σπίτι σου σε βράχο. Ο βράχος είναι η φύση σου, εκείνη που σκοτώνεις μέσα σου, η αγάπη στο κορμάκι του παιδιού σου, το όνειρο της γυναίκας σου για τον έρωτα, τα όνειρα για τη ζωή που έκανες στα δεκαέξι σου χρόνια. Αντάλλαξε τις αυταπάτες σου με μια στάλα αλήθεια. Πέταξε πολιτικούς και διπλωμάτες μαζί.
Ξέχνα τον γείτονα κι άκου τη φωνή μέσα σου· κι ο γείτονάς σου θα σε ευγνωμονεί. Πες στους συνεργάτες σου ανά τον κόσμο ότι είσαι πρόθυμος να δουλέψεις μοναχά για τη ζωή και όχι άλλο για τον θάνατο.



  ...Μέρα τη μέρα, βδομάδα τη βδομάδα, δεκαετία τη δεκαετία, θα υμνείς τον έναν αφέντη μετά τον άλλο.


  ...Ανά στους αιώνες, θα ακολουθείς τους καυχησιάρηδες και θα είσαι κουφός και τυφλός όταν η ΖΩΗ, Η ΖΩΗ ΣΟΥ, σε καλεί. Γιατί φοβάσαι τη ζωή, ανθρωπάκο, τη φοβάσαι θανάσιμα. Θα τη δολοφονήσεις, με την πεποίθηση ότι το κάνεις για χάρη του «σοσιαλισμού», ή του «κράτους», ή της «εθνικής τιμής», ή της «δόξας του Θεού». Υπάρχει ένα πράγμα που δεν ξέρεις κι ούτε θέλεις να ξέρεις: Ότι εσύ ο ίδιος δημιουργείς όλη σου τη δυστυχία, ώρα την ώρα, μέρα τη μέρα· ότι δεν καταλαβαίνεις τα παιδιά σου, ότι τσακίζεις τη ραχοκοκαλιά τους προτού να έχουν την ευκαιρία τους να αναπτυχθούν· ότι κλέβεις την αγάπη· ότι είσαι αχόρταγος και τρελός για εξουσία· ότι έχεις σκύλο για να ’σαι «αφεντικό». Ανά τους αιώνες θα χάνεις τον δρόμο σου, μέχρι εσύ και οι όμοιοί σου να αφανιστείτε μαζικά, θύματα της παγκόσμιας κοινωνικής σήψης· μέχρι η φρίκη της ύπαρξής σου να ανάψει μέσα σου την πρώτη αδύναμη σπίθα αυτογνωσίας.


  ...Πιστεύεις ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, ακόμα και τα ποταπά μέσα. Κάνεις λάθος: Ο σκοπός βρίσκεται ήδη στο μονοπάτι που ακολουθείς για να τον φτάσεις. Κάθε σημερινό βήμα σου είναι η αυριανή ζωή σου. Κανένας μεγάλος στόχος δεν μπορεί να επιτευχθεί με αισχρά μέσα. Αυτό το απέδειξες σε κάθε κοινωνική επανάσταση. Η αχρειότητα ή η απανθρωπιά του δρόμου προς τον στόχο σε καθιστά ποταπό ή απάνθρωπο και τον στόχο ανέφικτο.


  ...Η αστυνομία δεν θα βοηθήσει σ’ αυτό, ανθρωπάκο. Μπορεί να πιάσει κλέφτες και να ρυθμίσει την κυκλοφορία, αλλά δεν μπορεί να εξασφαλίσει εκείνη την ελευθερία σου αντί για σένα. Κατέστρεψες μόνος σου την ελευθερία σου, και συνεχίζεις να την καταστρέφεις, με ανυποχώρητη συνέπεια. Πριν από τον πρώτο “Παγκόσμιο Πόλεμο”, δεν υπήρχαν διαβατήρια στα διεθνή ταξίδια· μπορούσες να ταξιδέψεις όπου ήθελες. Ο πόλεμος για την «ελευθερία και την ειρήνη» έφερε τους ελέγχους διαβατηρίων και κόλλησαν επάνω σου σαν ψείρες. Όταν ήθελες πια να ταξιδέψεις περίπου 300 χιλιόμετρα μέσα στην Ευρώπη, έπρεπε πρώτα να ζητήσεις άδεια από τα προξενεία δέκα περίπου διαφορετικών κρατών. Κι έτσι είναι ακόμα, χρόνια μετά τη λήξη του δεύτερου “πολέμου που θα τέλειωνε όλους τους πολέμους”. Κι έτσι θα παραμείνει και μετά τον τρίτο και μετά τον νιοστό “πόλεμο που θα τελειώσει όλους τους πολέμους”.
  «Άκου! Κηλιδώνει τον πατριωτισμό μου, την τιμή και τη δόξα του έθνους!»
  Ω, πάψε πια ανθρωπάκο. Υπάρχουν δυο ειδών ήχοι: το ουρλιαχτό της καταιγίδας στις βουνοκορφές, και η πορδή σου. Είσαι μια πορδή και νομίζεις ότι μοσχοβολάς βιολέτα.


  ...Ησύχασε, αγαπητό ανθρωπάκι. Η ζωή σου είναι παντελώς άθλια. Δε θέλω να σε σώσω, αλλά θα τελειώσω τη κουβέντα μου μαζί σου, ακόμα κι αν έρθεις με μάσκα και λευκό μανδύα, μ’ ένα σχοινί στο άγριο, ματωμένο χέρι σου, για να με κρεμάσεις. Μα δε μπορείς να με κρεμάσεις, ανθρωπάκο, χωρίς να κρεμαστείς κι εσύ.


  ...Λοιπόν, σε αφήνω, ανθρωπάκο. Δε πρόκειται πια να σε υπηρετήσω και δε θέλω να αργοβασανιστώ μέχρι θανάτου από την ανησυχία μου για σένα. Δε μπορείς να με ακολουθήσεις στους μακρινούς ορίζοντες στους οποίες κινούμαι.


  ...Ως συνταξιδιώτης, είσαι αβλαβής μόνο στην ταβέρνα, όχι για εκεί που πηγαίνω.

  «Κάτω! Χλευάζει τον πολιτισμό, τον οποίο εγώ, ο Άνθρωπος του Μόχθου, έχω δημιουργήσει. Είμαι ένας ελεύθερος άνθρωπος σε μια ελεύθερη δημοκρατία. Ζήτω!»
  Δεν είσαι τίποτα, ανθρωπάκο, τίποτα απολύτως. Δεν είσαι εσύ που έκτισες αυτόν τον πολιτισμό, αλλά λιγοστοί από τους ευπρεπείς αφεντάδες σου. Δεν έχεις ιδέα για το τι είναι εκείνο που κτίζεις, ακόμα κι όταν εσύ είσαι ο κτίστης.


  ...Όχι, ανθρωπάκο, δεν ακούς όταν η αλήθεια μιλά, ακούς μονάχα τους θορύβους. Και μετά φωνάζεις, Ζήτω! Είσαι δειλός και σκληρός χωρίς καμιά αίσθηση του πραγματικού σου καθήκοντος, το οποίο είναι να είσαι άνθρωπος και να διαφυλάττεις την ανθρωπότητα. Είσαι ανήμπορος στο να μιμηθείς τον γνώστη και ικανότατος στο να μιμηθείς τον κλέφτη. Οι ταινίες σου, τα ραδιοφωνικά σου προγράμματα και τα «κόμικς» σου είναι γεμάτα φόνους.
  Θα πρέπει να συρθείς, εσύ και η μικρότητά σου, στους αιώνες προτού μπορέσεις να γίνεις κύριος του εαυτού σου. Διαχωρίζω την πορεία μου από τη δική σου, για να μπορέσω έτσι να υπηρετήσω καλύτερα το μέλλον σου. Γιατί δε μπορείς να με σκοτώσεις εξ αποστάσεως, και τρέφεις πιότερο σεβασμό για τη δουλειά μου όταν είναι μακριά σου. Αυτό που είναι κοντά σου, το περιφρονείς.


  ...Ξέρω, ανθρωπάκο, γοργά διαγιγνώσκεις την τρέλα όταν συναντάς μιαν αλήθεια που δε σου αρέσει. Και θεωρείς τον εαυτό σου ως τον «homo normalis». Μάντρωσες τους τρελούς κι οι φυσιολογικοί διαχειρίζονται τούτον τον κόσμο. Τότε ποιος φταίει για όλη τη δυστυχία; Όχι εσύ, φυσικά, εσύ κάνεις μονάχα το καθήκον σου και ποιος είσαι άλλωστε για να ’χεις δική σου γνώμη; Το ξέρω, δε χρειάζεται να το επαναλάβεις. Δεν είσαι εσύ αυτός που μετρά, ανθρωπάκο. Αλλά σαν σκέφτομαι τα νεογέννητα παιδιά σου, πώς τα βασανίζεις για να τα κάνεις «φυσιολογικούς» ανθρώπους κατ’ εικόνα σου, τότε ξαναμπαίνω στον πειρασμό να έρθω κοντά σου, προκειμένου να εμποδίσω το έγκλημά σου. Γνωρίζω όμως επίσης ότι έχεις φροντίσει να προστατευτείς καλά, έχοντας ορίσει τα εκπαιδευτικά σου ιδρύματα.


  ...Πριν από εκατό περίπου χρόνια έμαθες να παπαγαλίζεις τα λόγια των φυσικών επιστημόνων, που έφτιαχναν μηχανές κι έλεγαν πως δεν υπάρχει ψυχή. Τότε, ήρθε ένας σπουδαίος άνθρωπος και σου έδειξε την ψυχή σου, μόνο που δεν ήξερε τη σύνδεση ανάμεσα στην ψυχή και το σώμα σου. Είπες: «Γελοίο! “Ψυχανάλυση!” Αγυρτεία! Μπορείτε να αναλύσετε τα ούρα, αλλά δεν μπορείτε να αναλύσετε την ψυχή». Το είπες αυτό γιατί στην ιατρική δεν γνώριζες άλλο από την ανάλυση των ούρων. Ο αγώνας για την ψυχή σου κράτησε σαράντα χρόνια. Ξέρω αυτόν τον σκληρό αγώνα, γιατί πάλεψα κι εγώ σ’ αυτόν για σένα. Μια μέρα ανακάλυψες ότι μπορεί κάποιος να βγάλει πολλά χρήματα από την άρρωστη ανθρώπινη ψυχή. Το μόνο που έπρεπε να κάνει ήταν να αφήνει έναν ασθενή να τον επισκέπτεται μια ώρα καθημερινά σε διάστημα μερικών ετών, και να τον χρεώνει για κάθε ώρα.
  Τότε, και μόνο τότε, άρχισες να πιστεύεις στην ύπαρξη της ψυχής.


  ...Και εσύ παραμένεις ο «επικριτικός» ανθρωπάκος που φωνάζει, Ζήτω! εδώ και Κάτω! εκεί. Θυμάσαι τι είπες για την ανακάλυψη ότι η γη δεν είναι ακίνητη αλλά περιστρέφεται και κινείται στο διάστημα; Η απάντησή σου ήταν το ανόητο αστείο ότι τώρα πια τα ποτήρια θα ’πεφταν από τον δίσκο του σερβιτόρου. Αυτό πριν από μερικούς μόλις αιώνες και, φυσικά, το έχεις ξεχάσει, ανθρωπάκο. Το μόνο που ξέρεις για τον Νεύτωνα είναι πως «είδε ένα μήλο να πέφτει από ένα δέντρο» και το μόνο που ξέρεις για τον Ρουσσώ είναι πως «ήθελε να επιστρέψει στη φύση». Αυτό μόνο που έμαθες από τον Δαρβίνο είναι η «επιβίωση του ικανότερου»: ξέχασες όμως την καταγωγή σου από τους πιθήκους! Από τον Φάουστ του Γκαίτε, που αποσπάσματά του μνημονεύεις τόσο συχνά, κατάλαβες τόσα όσα καταλαβαίνει μια γάτα από μαθηματικά. Είσαι ανόητος και ματαιόδοξος, άδειος και πιθηκοειδής, ανθρωπάκο. Ξέρεις πάντα να ξεφεύγεις από το ουσιαστικό και να εστιάζεις στο λαθεμένο.


  ...Όχι· φυσικά εσύ ήσουν αγνή και λευκή, οι πρόγονοί σου είχαν έρθει στο Mayflower, είσαι η «Κόρη Ετούτης ή Εκείνης της Επανάστασης», προερχόμενη από το Βορρά ή το Νότο, που ο παππούς της θησαύρισε σέρνοντας σιδεροδέσμιους Νέγρους Αφρικανούς στην Αμερική. Πόσο αθώα, πόσο αγνή, πόσο λευκή, πόσο απομακρυσμένη από την όποια λαγνεία για τον Νέγρο, είσαι φτωχή γυναικούλα. Άθλια εσύ, δειλή απόγονε μιας άρρωστης φυλής που συνελάμβανε σκλάβους, κι ενός βάρβαρου Κορτέζ που παρέσυρε χιλιάδες ευκολόπιστους Αζτέκους σε παγίδα θανάτου για να τους δολοφονήσει.


  ...Εμένα δε μπορείς να μου πουλήσεις παραμύθια, Κόρη Μικρή της Επανάστασης· σε έχω δει γυμνή.
  Είσαι δειλή όπως ήσουν πάντα. Κρατούσες στα χέρια σου την ευτυχία της ανθρωπότητας και την άφησες να θρυμματιστεί και να χαθεί.


  ...Σου έδειξα μόνο με ποιον τρόπο είσαι μικρός και ποταπός ανθρωπάκο και γυναικούλα. Ακόμα δεν είπα λέξη για τη χρησιμότητα και τη σημασία σου. Πιστεύεις πως θα σου τα ’λεγα όλα αυτά με κίνδυνο της ζωής μου εάν δεν ήσουνα σημαντικός; Η μικροπρέπεια σου και η κακία σου φαίνονται ακόμη πιο τρομερές υπό το πρίσμα της σπουδαιότητας και της τεράστιας ευθύνης σου. Λένε πως είσαι κουτός. Εγώ λέω ότι είσαι έξυπνος αλλά δειλός.


  ...Πάντα σκέφτεσαι με σύντομους, βραχυπρόθεσμους όρους, ανθρωπάκο, μόνο από το πρωινό ως το μεσημεριανό. Πρέπει να μάθεις να κοιτάς πίσω σε διάστημα αιώνων και μπροστά σε διάστημα χιλιετιών. Πρέπει να μάθεις να σκέφτεσαι με όρους της συνολικής σου ύπαρξης, με βάση την εξέλιξή σου από την πρωτόπλασμα στο ανθρωποειδές, που περπατά όρθιο αλλά ακόμα δε μπορεί να σκεφτεί ορθά. Δε θυμάσαι ούτε καν πράγματα που συνέβησαν πριν από δέκα ή είκοσι χρόνια, κι έτσι επαναλαμβάνεις τις ίδιες βλακείες που έλεγες πριν από 2000 χρόνια. Περισσότερο κι απ’ αυτό, προσκολλάσαι στις βλακείες σου, όπως η «φυλή», η «τάξη», το «έθνος», τους θρησκευτικούς σου καταναγκασμούς και την καταπίεση του έρωτα, καθώς η ψείρα προσκολλάται στη γούνα.
Δεν τολμάς να δεις πόσο πολύ βαθιά έχεις κολλήσει στο βούρκο της μιζέριας σου. Και κάθε τόσο, βγάζεις το κεφάλι σου από το βούρκο για να φωνάξεις, Ζήτω!.. Το κόασμα ενός βάτραχου σε ένα έλος είναι κοντύτερα στη ζωή απ’ ό,τι εσύ.


  ...Κι όταν ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος τελείωσε, βρέθηκες ακριβώς εκεί που ήσουνα πριν να ξεσπάσει. Ίσως λίγο περισσότερο «αριστερά» από «δεξιά», αλλά ούτε ένα χιλιοστό ΜΠΡΟΣΤΑ!


  ...Κι επειδή είσαι επικίνδυνος για τη ζωή, αφού κοντά σου δε μπορεί κανείς να κρατηθεί στην αλήθεια χωρίς να τον μαχαιρώσεις πισώπλατα και δίχως να του πετάξεις λάσπη κατά πρόσωπο, αποσχίστηκα από εσένα. Επαναλαμβάνω: όχι από το μέλλον σου, αλλά από το παρόν σου. Όχι από την ανθρωπιά σου, αλλά από την απανθρωπιά και τη μικροψυχία σου.
  Μόνο για τις δυνάμεις της ζωής είμαι ακόμα έτοιμος να κάνω οποιαδήποτε θυσία, αλλά όχι πια για σένα, ανθρωπάκο.


  ...Διότι στο μεταξύ έχουμε συνειδητοποιήσει πώς λειτουργεί η συναισθηματική πανούκλα. Κατηγορεί την Πολωνία για πρόθεση στρατιωτικής επίθεσης ακριβώς όταν αποφασίσει να επιτεθεί στην Πολωνία. Κατηγορεί τον αντίπαλο για την πρόθεση δολοφονίας όταν ακριβώς αποφάσισε να τον δολοφονήσει.


  ...Είσαι κτηνώδης πίσω από τη μάσκα της φιλικότητας και της κοινωνικότητάς σου, ανθρωπάκο.


  ...Κράτησες ποτέ στην αγκαλιά σου ένα νεογέννητο, ένα μωρό Ιάπωνα, πατριωτάκο; Όχι; Θα συνεχίσεις, στους αιώνες των αιώνων, να κρεμάς ιάπωνες κατασκόπους, αμερικανούς πιλότους, ρωσίδες αγρότισσες, γερμανούς αξιωματικούς, άγγλους αναρχικούς και έλληνες κομμουνιστές· θα τους τουφεκίζεις, θα τους στέλνεις στην ηλεκτρική καρέκλα ή σε θαλάμους αερίων· αλλά τίποτα από όλα αυτά δε θα αλλάξει τη σωματική και νοητική σου δυσκοιλιότητα, την ανικανότητά σου για αγάπη, τους ρευματισμούς σου ή τις ψυχικές σου ασθένειες. Κανένας πυροβολισμός ή απαγχονισμός δεν θα σε βγάλει από το βούρκο. Ρίξε μια ματιά στον εαυτό σου, ανθρωπάκο. Αυτή είναι η μόνη σου ελπίδα.


  ...Ξέρεις, ανθρωπάκο, πώς μοιάζει ένας κοριός κάτω από το Βόρειο Σέλας; Όχι; Δε περίμενα να ξέρεις. Μια μέρα, θα υπάρχουν νόμοι ισχυροί ενάντια στο να είσαι ένας ανθρώπινος κοριός, αυστηροί νόμοι για την προστασία της αλήθειας και της αγάπης. Ακριβώς όπως σήμερα κλείνεις ερωτευμένους εφήβους στο αναμορφωτήριο, μια μέρα θα εισάγεσαι σε ίδρυμα όταν πετάς λάσπη στα πρόσωπα έντιμων ανθρώπων. Θα υπάρξει μια διαφορετική ράτσα δικαστών και εισαγγελέων, οι οποίοι δε θα αποδίδουν μια τυπολατρική πλασματική δικαιοσύνη, μα θα κρίνουν με βάση την πραγματική δικαιοσύνη και την καλοσύνη. Θα υπάρχουν αυστηροί νόμοι για την προστασία της ζωής, τους οποίους θα πρέπει να τηρείς, όσο και αν ίσως τους μισείς. Γνωρίζω ότι για τρεις ή πέντε ή δέκα αιώνες θα συνεχίσεις να σέρνεις τη συναισθηματική πανούκλα σου, αυτή της συκοφαντίας, της δολοπλοκίας, της διπλωματίας και της ιεράς εξέτασης. Αλλά στο τέλος θα υποκύψεις στην ίδια σου την αίσθηση της καθαρότητας, η οποία τη στιγμή αυτή είναι τόσο βαθιά θαμμένη μέσα σου, ώστε να είναι απρόσιτη.
  Στο λέω, κανένας Αυτοκράτορας, κανένας Τσάρος, κανένας Πατέρας όλων των προλετάριων δε μπόρεσε να σε κατακτήσει. Μπόρεσαν μόνο να σε υποδουλώσουν, αλλά κανείς τους δε μπόρεσε να σου στερήσει την μικρότητά σου. Αυτό που θα σε κατακτήσει είναι η αίσθηση της καθαρότητας, η λαχτάρα σου για ζωή. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία γι’ αυτό, ανθρωπάκο. Καθαρισμένος από τη μικροψυχία και την αθλιότητά σου, θα αρχίσεις να σκέφτεσαι. Είναι αλήθεια ότι αυτή η σκέψη, στην αρχή, θα είναι αξιολύπητη, λανθασμένη και άστοχη· αλλά θα αρχίσεις να σκέφτεσαι στα σοβαρά. Θα πρέπει να μάθεις να αφουγκράζεσαι τον πόνο που η ίδια σου η σκέψη θα σου φέρει, ακριβώς όπως εγώ και τόσοι άλλοι έπρεπε να αντέξουμε τον πόνο που μας προκαλούσε το να σκεφτόμαστε για σένα· για χρόνια, σιωπηλά, με σφιγμένα τα δόντια. Αυτός ο δικός μας πόνος θα σε κάνει να σκέφτεσαι. Και μόλις αρχίσεις να σκέφτεσαι τότε δε θα σταματήσεις να εκπλήσσεσαι από τα τελευταία 4000 χρόνια του «πολιτισμού» σου. Δεν θα μπορείς να καταλάβεις πώς ήταν δυνατόν οι εφημερίδες σου να μην έγραφαν τίποτα άλλο παρά για παρελάσεις, παρασημοφορήσεις, πυροβολισμούς, διπλωματίες, απατεωνιές, στρατιωτικοποιήσεις, αποστρατιωτικοποιήσεις και πάλι στρατιωτικοποιήσεις, γυμνάσια και βομβαρδισμούς, και πως όλα αυτά δε σε έκαναν να εκραγείς από θυμό. Ίσως και να τα ’χες αντιληφθεί μονάχος σου εάν δεν έκανες τίποτα άλλο παρά να καταπίνεις όλη τούτη τη σαβούρα με υπομονή προβάτου. Μα εκείνο που δε θα μπορείς να αντέξεις για πολύ καιρό είναι το γεγονός ότι τόσους και τόσους αιώνες πιθήκιζες και παπαγάλιζες όλα τούτα, και το πως νόμιζες πως οι σωστές σου σκέψεις για τα πράγματα ήταν λαθεμένες και οι λαθεμένες σου ιδέες ήταν πατριωτικές.








  ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ


  ...Ναι, ανθρωπάκι, έχεις βάθος μέσα σου, μόνο που δε το ξέρεις. Φοβάσαι θανάσιμα το βάθος σου, γι’ αυτό δε το νιώθεις ούτε το βλέπεις.
Γι’ αυτό ζαλίζεσαι όταν κοιτάς τα βάθη και παραπαίεις σαν να βρίσκεσαι στα χείλη μιας αβύσσου. Φοβάσαι μην πέσεις και χάσεις την «ατομικότητά» σου, όταν θα έπρεπε να αφεθείς να πέσεις. Με τις καλύτερες των προθέσεων να βρεις τον εαυτό σου, φτάνεις πάντα στο ίδιο πρόσωπο: τον μικρό, σκληρό, ζηλιάρη, άπληστο, ληστρικό ανθρωπάκο. Μα αν δεν ήσουν βαθύς στο βάθος σου, ανθρωπάκο, δεν θα σου είχα γράψει τούτα τα λόγια. Γνωρίζω αυτό το βάθος μέσα σου, γιατί το ανακάλυψα όταν ήρθες σε μένα με την ιδιότητά μου ως ψυχιάτρου, κουβαλώντας τις ανησυχίες σου. Αυτό το βάθος μέσα σου είναι το μεγάλο σου μέλλον. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο μπορώ να σου πω αυτό που σίγουρα δεν πρόκειται να κάνεις πια στο μέλλον, γιατί δε θα μπορείς να καταλάβεις κάποτε πώς ήταν δυνατόν στην εποχή του μη-πολιτισμού των 4000 ετών να κάνεις όλα όσα έκανες. Θες να μ’ ακούσεις τώρα;
  «Εντάξει. Γιατί να μην ακούσω μια όμορφη μικρή Ουτοπία;»
  Άκου. Κρύβεσαι πίσω από τον μύθο του ανθρωπάκου επειδή φοβάσαι μην παρασυρθείς από το ρεύμα της ζωής και χρειαστεί να κολυμπήσεις, αν όχι για άλλο λόγο, έστω για χάρη των παιδιών σου και των παιδιών των παιδιών σου.


  ...Αυτό που ονομάζεις «κοινή γνώμη» ανθρωπάκο, είναι η συνισταμένη όλων των απόψεων απ’ όλα τα ανθρωπάκια και τις γυναικούλες. Κάθε ανθρωπάκος και κάθε γυναικούλα έχει μια σωστή και μια λάθος άποψη. Τις λάθος απόψεις τις έχουν γιατί φοβούνται τις λαθεμένες απόψεις στους άλλους ανθρωπάκους και τις γυναικούλες. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι σωστές απόψεις δεν βγαίνουν στην επιφάνεια.


  ...Έχεις δίκιο, ανθρωπάκο. Όταν οι Ούννοι αυτού ή εκείνου του έθνους, σου επιτεθούν, θα πρέπει να πάρεις το τουφέκι σου. Αλλά αυτό που δεν βλέπεις είναι ότι οι «Ούννοι» όλων των εθνών δεν είναι παρά εκατομμύρια άλλα ανθρωπάκια που φωνάζουν συνεχώς, Ζήτω! όταν ο πρίγκιπας Παραφουσκωμένος, ο οποίος δεν εργάζεται, τους καλεί στα όπλα· ότι και αυτοί, όπως κι εσύ, πιστεύουν ότι δεν μετράνε και λένε: «Ποιος είμαι εγώ για να ’χω τη δική μου άποψη;»
  ...Μόλις θα συνειδητοποιήσεις ότι είσαι κάποιος, ότι έχεις μια σωστή δική σου άποψη και πως ο τομέας σου και το εργοστάσιό σου πρέπει να υπηρετούν τη ζωή και όχι τον θάνατο, τότε θα μπορείς να απαντήσεις αυτήν την ερώτηση μονάχος σου. Δεν θα χρειάζεσαι διπλωμάτες για αυτό. Αντί να συνεχίζεις να φωνάζεις Ζήτω, και να καταθέτεις δάφνινα στεφάνια στον τάφο των «Αγνώστων Στρατιωτών», αντί να αφήνεις τον Πρίγκιπα Παραφουσκωμένο ή τον Στρατάρχη σου όλων των προλετάριων να ποδοπατούν την εθνική σου συνείδηση, θα πρέπει να τους αντιταχθείς με την αυτοπεποίθησή σου και την εργασιακή σου συνείδηση. (Γνωρίζω καλά τον «Άγνωστο Στρατιώτη» σου, ανθρωπάκο. Τον γνώρισα όταν πολέμησα στα ιταλικά βουνά. Είναι ο ίδιος ανθρωπάκος με εσένα, που πίστευε ότι δεν είχε δική του γνώμη κι έλεγε, «Ποιος είμαι εγώ, τέλος πάντων, να... »)


  ...Ακόμα δεν σκέφτεσαι σωστά, ανθρωπάκο. Πιστεύεις ότι ο Πρίγκιπας Παραφουσκωμένος, ο Ιππότης με την αστραφτερή πανοπλία, κατασκευάζει τις ατομικές σου βόμβες; Όχι, είναι και πάλι μόνο τα μικρά ανθρωπάκια που φωνάζουν Ζήτω!, αντί να σταματούν να φτιάχνουν ατομικές βόμβες. Βλέπεις, όλα επιστρέφουν πάντα σε ένα και το αυτό, σε εσένα, ανθρωπάκο και τη δική σου σκέψη, σωστή ή λαθεμένη.


  ...Κλωθογυρνάς σε έναν λαβύρινθο που μονάχος κατασκεύασες και δε βρίσκεις την έξοδο γιατί κοιτάς στη λάθος κατεύθυνση και σκέφτεσαι με τον λάθος τρόπο.


  ...Εξαρτάται αποκλειστικά από εσένα, ανθρωπάκο, αν πρέπει ή όχι να πας στον πόλεμο. Αν μόνο θα ’ξερες πως εργάζεσαι για τη ζωή και όχι για το θάνατο. Αν μόνον ήξερες πως όλα τα ανθρωπάκια σε αυτή τη γη είναι ακριβώς όπως εσύ, στα καλά και τα κακά τους χαρακτηριστικά.
  Αργά ή γρήγορα –όλα εξαρτώνται από εσένα– δεν θα φωνάζεις πια Ζήτω, και δε θα δουλεύεις στα χωράφια σου γνωρίζοντας πως το στάρι σου θα καταστραφεί ή στο εργοστάσιό σου γνωρίζοντας πως θα γίνει στόχος όπλων. Αργά ή γρήγορα δεν θα ’σαι πλέον πρόθυμος να εργάζεσαι για το θάνατο παρά μόνο για τη ζωή.


  ...Πες τους ότι δεν έχεις χρόνο για τον πόλεμό τους, ότι έχεις πιο σημαντικά πράγματα να κάνεις. Ύψωσε έναν φράχτη γύρω από ένα μεγάλο χωράφι έξω από κάθε πόλη της γης, κι άσε εκεί τους διπλωμάτες και τους στρατάρχες να αλληλοσκοτωθούν μονάχοι τους. Θα μπορούσες να το κάνεις αυτό, ανθρωπάκο, αρκεί μόνο να έπαυες να φωνάζεις Ζήτω, και δεν πιστεύεις πλέον ότι είσαι ένας κανένας, δίχως άποψη δική σου.
  Όλα είναι στο χέρι σου, η ζωή σου κι εκείνη των παιδιών σου, το σφυρί σου και το στηθοσκόπιο σου.


  ...όταν θα ζεις καθοδηγούμενος από τις σκέψεις των μεγάλων ανθρώπων κι όχι τις αποτρόπαιες πράξεις των μεγάλων πολεμιστών· ... όταν θα μάθεις να αναγνωρίζεις τον λάθος τρόπο σκέψης σου εγκαίρως και όχι πολύ αργά όπως σήμερα· όταν μέσα σου θα ανυψώνεσαι στο άκουσμα της αλήθειας και θα αισθάνεσαι φρίκη στις τυπολατρίες· όταν θα επικοινωνείς με τους συντρόφους εργάτες σου στις άλλες χώρες άμεσα, δίχως διπλωματικούς μεσολαβητές·


  ...Θέλεις καθοδήγηση και συμβουλές, ανθρωπάκο. Είχες καθοδήγηση και συμβουλές, καλές και κακές, για χιλιάδες χρόνια. Δεν είσαι βυθισμένος παντοτινά στη δυστυχία σου λόγω των κακών συμβουλών, αλλά λόγω της μικροψυχίας σου. Θα μπορούσα να σου δώσω καλές συμβουλές, αλλά, έτσι όπως είσαι κι όπως σκέφτεσαι, δε θα μπορούσες να τις εφαρμόσεις προς το συμφέρον όλων.
  Ας υποθέσουμε ότι σε συμβούλευα να σταματήσεις κάθε διπλωματία, και να την αντικαταστήσεις με τους επαγγελματικούς ή ιδιωτικούς συλλόγους όλων των τσαγκάρηδων, ξυλουργών, μηχανικών, τεχνικών, γιατρών, εκπαιδευτικών, συγγραφέων, υπαλλήλων, ανθρακωρύχων κι αγροτών {✦ όλων των χωρών // Οι προηγούμενες λέξεις αντικατέστησαν το παρακάτω τμήμα που λείπει από τα περισσότερα διαθέσιμα βιβλία & PDFs – Από βιβλίο στα ελληνικά: της Αγγλίας, της Γερμανίας, της Ρωσίας, των Ηνωμένων Πολιτειών, της Αργεντινής, της Βραζιλίας, της Παλαιστίνης, της Αραβίας, της Τουρκίας, της Σκανδιναβίας, του Θιβέτ, της Ινδονησίας και ούτω καθεξής } · να αφήσεις όλους τους τσαγκάρηδες του κόσμου να αποφασίσουν τον καλύτερο τρόπο για να εφοδιάσουν με παπούτσια όλα τα παιδιά της Κίνας· να αφήσεις όλους τους ανθρακωρύχους να βρουν μόνοι τους πώς μπορούν να μην παγώνουν οι άνθρωποι του κόσμου, να αφήσεις τους εκπαιδευτικούς όλων των χωρών και των εθνών να βρουν πώς πρέπει να προστατεύονται τα νεογέννητα παιδιά από τη μεταγενέστερη ανικανότητα και τις ψυχικές ασθένειες και ούτω καθεξής. Τι θα έκανες λοιπόν, ανθρωπάκο, αντιμέτωπος με τούτα τα αναμενόμενα γεγονότα της ανθρώπινης ζωής;


  ...«Είμαι ένα τίποτα, λοιπόν; Δε μου αναγνώρισες ούτε ένα αξιοπρεπές χαρακτηριστικό! Κι όμως, δουλεύω σκληρά, φροντίζω για τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου, κάνω μια αξιοπρεπή ζωή και υπηρετώ τη χώρα μου, δε μπορεί να είμαι δα τόσο κακός!»
  Ξέρω ότι είσαι ένα αξιοπρεπές, σταθερό, συνεργάσιμο ον, σα μέλισσα ή μυρμήγκι. Το μόνο που έκανα ήταν να σου αποκαλύψω τον ανθρωπάκο μέσα σου που σου καταστρέφει τη ζωή και τώρα και εδώ και χιλιάδες χρόνια. Είσαι ΜΕΓΑΛΟΣ, ανθρωπάκο, όταν δεν είσαι μικρός. Το μεγαλείο σου, ανθρωπάκο, είναι η μοναδική ελπίδα που απέμεινε.

  ...Κι είσαι μεγάλος όταν λες στον φίλο σου:
  «Ευχαριστώ την καλή μου μοίρα που κατόρθωσα να ζήσω τη ζωή μου ελεύθερος από τη βρωμιά και την απληστία ... που δε συμμετείχα στα κουτσομπολιά μοχθηρών γειτόνων ... που σε μπερδεμένους καιρούς δεν έχασα το δρόμο μου και που η ζωή μου είχε νόημα.»


  ...Τότε εύχομαι με όλη μου την καρδιά αυτή η ζωή να μάθει να διεκδικεί τα δικαιώματά της, να αλλάξει τις σκληρές και δειλές ψυχές που εξαπολύουν πολέμους. Το κάνουν μόνο και μόνο επειδή η ζωή τούς διαφεύγει. Και αγκαλιάζω τον μικρό μου γιο που με ρωτάει: «Πατέρα, ο ήλιος έφυγε. Πού πήγε; Θα γυρίσει γρήγορα;». Κι εγώ του λέω: «Ναι, αγόρι μου, ο ήλιος θα γυρίσει γρήγορα για να μας ζεστάνει».




  Έφτασα στο τέλος της συζήτησής μου μαζί σου, ανθρωπάκο. Υπάρχουν πάντα τόσα περισσότερα που θα μπορούσα να σου πω. Αλλά αν διάβασες τα λόγια μου προσεκτικά και με ειλικρίνεια, θα αναγνωρίσεις τον ανθρωπάκο μέσα σου ακόμη και σε περιπτώσεις που δε σου ανέφερα. Γιατί είναι πάντα η ίδια έλλειψη ποιότητας που διαπερνά όλες τις ταπεινές σου πράξεις και σκέψεις.
  Ό,τι μου κάνεις ή θα μου κάνεις στο μέλλον, είτε με δοξάσεις ως ιδιοφυΐα είτε με κλείσεις σε ψυχιατρικό ίδρυμα, είτε με λατρεύσεις ως σωτήρα σου ή με κρεμάσεις ως κατάσκοπο, αργά ή γρήγορα η αναγκαιότητα θα σε υποχρεώσει να καταλάβεις ότι ανακάλυψα τους νόμους της ζωής και σου έδωσα το εργαλείο με το οποίο θα μπορέσεις να κυβερνήσεις τη ζωή σου, με συνειδητή πρόθεση, με τον ίδιο τρόπο που μέχρι τώρα μπορούσες μόνο να κυβερνάς τις μηχανές. Υπήρξα πιστός μηχανικός του οργανισμού σου. Τα εγγόνια σου θα ακολουθήσουν τα χνάρια μου και θα γίνουν καλοί μηχανικοί της ανθρώπινης φύσης. Σου αποκάλυψα το αχανές πεδίο της ζωντανής ενέργειας που ρέει μέσα σου, την κοσμική σου ουσία. Αυτή είναι η μεγάλη μου ανταμοιβή.
  Όσο για τους δικτάτορες και τους δυνάστες, τους πανούργους και τους κακοήθεις, τα όρνια και τις ύαινες, τους απευθύνω τα λόγια τούτα που έγραψε ένας αρχαίος σοφός:


  Φύτεψα τον σπόρο λόγων ιερών
  σε τούτον εδώ τον κόσμο.
  Κι όταν πια ο φοίνικας θα ’χει μαραθεί,
  κι ο βράχος γίνει σκόνη·
  Όταν οι αστραφτεροί μονάρχες
  θα ’χουν εξανεμιστεί,
  Σαν τα σβησμένα φύλλα
  του φθινοπώρου·
  Μετά από κάθε κατακλυσμό,
  χιλιάδες κιβωτοί
  Θα μεταφέρουν το λόγο μου:
  Θα υπερισχύσει!















Εσύ, που ’δωσες σ’ όλα κι έναν λόγο,
πες μου γιατί τα κάνεις όλα αυτά;





.      
show demo
 
 
 
.