Σίγκμουντ Φρόυντ
ΤΟΤΕΜ ΚΑΙ ΤΑΜΠΟΥ
- Επιλεγμένα αποσπάσματα -
Η επιλογή των συγκεκριμένων αποσπασμάτων και, επιπρόσθετα, η χρησιμοποίηση διαφορετικού χρώματος σε τμήματα αυτών, αποσκοπεί στο να τονίσει εν συντομία ορισμένες από τις πιο σημαντικές πτυχές του βιβλίου. Φυσικά η ανάγνωσή τους, όσο σημαντική κι αν είναι, δεν υποκαθιστά την ανάγνωση όλου του βιβλίου.
Ο Τρόμος Της Αιμομιξίας
....Για λόγους τόσο εξωτερικούς όσο και εσωτερικούς, διαλέγω για αυτή τη σύγκριση εκείνες τις φυλές που οι εθνογράφοι περιέγραψαν ως τις πιο καθυστερημένες και εξαθλιωμένες: τους πρωτόγονους κατοίκους της νεότερης από τις ηπείρους, της Αυστραλίας, που διατήρησε ως και στην πανίδα της τόσα αρχαϊκά γνωρίσματα, που δε τα βρίσκουμε αλλού.
Οι πρωτόγονοι κάτοικοι της Αυστραλίας θεωρούνται ως ξεχωριστή φυλή, δίχως καμία φυσική ή γλωσσική συγγένεια με τους πλησιέστερους γείτονές τους — μελανησιακούς, πολυνησιακούς και μαλαισιακούς λαούς. Δεν κτίζουν σπίτια ή στέρεες καλύβες, δεν καλλιεργούν το έδαφος ούτε διατηρούν κατοικίδια ζώα, ούτε σκύλους, και αγνοούν ακόμα και την αγγειοπλαστική. Τρέφονται αποκλειστικά με τις σάρκες όλων των ειδών των ζώων που σκοτώνουν στο κυνήγι, και με τις ρίζες που ξεθάβουν από το χώμα. Δεν έχουν βασιλιάδες ή αρχηγούς και για όλες τις δημόσιες υποθέσεις αποφασίζει η συνέλευση των ώριμων ανδρών. Δεν είναι βέβαιο πως σε αυτούς βρίσκουμε ίχνη μιας θρησκείας, με τη μορφή λατρείας ανώτερων όντων.
Δε μπορούμε βέβαια να περιμένουμε από αυτούς τους εξαθλιωμένους, γυμνούς κανίβαλους να τηρούν μια σεξουαλική ηθική που να πλησιάζει τη δική μας ή να επιβάλουν στα σεξουαλικά τους ένστικτα πολύ αυστηρούς περιορισμούς. Ωστόσο γνωρίζουμε πως επιβάλουν στους εαυτούς τους την πιο αυστηρή απαγόρευση των αιμομικτικών σεξουαλικών σχέσεων. Φαίνεται μάλιστα πως όλη τους η κοινωνική οργάνωση υπηρετεί αυτόν το σκοπό ή βρίσκεται σε σχέση με την πραγματοποίησή του.
Στη θέση όλων των θρησκευτικών και κοινωνικών θεσμών που τους λείπουν βρίσκουμε στους Αυστραλούς το σύστημα του Τοτεμισμού· οι αυστραλιανές φυλές διαιρούνται σε μικρότερους κλάδους, ή αλλιώς πατριές, που η καθεμιά τους έχει το όνομα του τοτέμ της. Τι είναι όμως το τοτέμ; Γενικά είναι ένα ζώο που τρώγεται, ακίνδυνο ή επικίνδυνο και φοβερό, και σπανιότερα ένα φυτό ή μια φυσική δύναμη (βροχή, νερό), που βρίσκεται σε ιδιαίτερη σχέση με το σύνολο της ομάδας. Το τοτέμ είναι πριν από όλα ο πρόγονος της ομάδας, καθώς και το πνεύμα που την προστατεύει κι ο ευεργέτης της που στέλνει τους χρησμούς και, ενώ είναι επικίνδυνο για τους άλλους, γνωρίζει και δεν βλάπτει τα παιδιά του. Όσοι λοιπόν έχουν το ίδιο τοτέμ υπόκεινται στην ιερή υποχρέωση, που η παραβίασή της συνεπάγεται αυτόματη τιμωρία, να μη σκοτώνουν (ή καταστρέφουν) το τοτέμ τους, να απέχουν από το να τρώνε το κρέας του ή να το απολαμβάνουν με οποιοδήποτε τρόπο. Ο τοτεμικός χαρακτήρας είναι σύμφυτος όχι μόνο με ένα συγκεκριμένο ζώο ή ένα συγκεκριμένο πράγμα αλλά με όλα τα μέλη του είδους που αποτελεί το τοτέμ. Από καιρό σε καιρό γίνονται γιορτές όπου όσοι ανήκουν στην τοτεμική ομάδα αναπαριστούν ή μιμούνται, με τελετουργικούς χορούς, τις κινήσεις και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του τοτέμ τους.
Το τοτέμ μεταβιβάζεται κληρονομικά είτε από τη μητρική είτε από την πατρική γραμμή. Το πιθανότερο είναι πως ο τρόπος της μητρικής μεταβίβασης ήταν παντού ο πιο πρωτόγονος και μόνο αργότερα αντικαταστάθηκε με την πατρική μεταβίβαση.
Η υποταγή στο τοτέμ αποτελεί τη βάση όλων των κοινωνικών υποχρεώσεων του Αυστραλού· ξεπερνάει από τη μια πλευρά την υποταγή στη φυλή, και, από την άλλη, υποβιβάζει σε δεύτερη μοίρα τη συγγένεια του αίματος.
Και τώρα πρέπει, επιτέλους, να αποκαλύψουμε αυτήν την ιδιομορφία του τοτεμικού συστήματος που έλκει το ενδιαφέρον των ψυχαναλυτών.
Σχεδόν παντού όπου επικρατεί το σύστημα αυτό, υπάρχει ο νόμος πως τα μέλη του ίδιου τοτέμ δεν επιτρέπεται να έχουν μεταξύ τους σεξουαλικές σχέσεις, και συνεπώς δεν μπορούν και να παντρεύονται. Αυτός είναι ο νόμος της εξωγαμίας , αχώριστα συνδεδεμένος με το τοτέμ.
Αυτή η αυστηρά τηρούμενη απαγόρευση είναι ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτη. Δεν έχει καμιά λογική σχέση με ό,τι ξέρουμε για τη φύση και τις ιδιομορφίες του τοτέμ και δεν αντιλαμβανόμαστε πως εισήλθε στο σύστημα του τοτεμισμού.
Λίγες προτάσεις από το βιβλίο του Frazer δείχνουν με πόση σοβαρότητα οι κατά τα άλλα ανήθικοι για μας άγριοι αντιμετωπίζουν τέτοιες παραβιάσεις.
«
Στην Αυστραλία η κανονική ποινή για σεξουαλική επαφή με ένα πρόσωπο απαγορευμένης πατριάς, είναι ο θάνατος.
Δεν έχει σημασία εάν η γυναίκα ανήκει στην ίδια τοπική ομάδα ή αιχμαλωτίστηκε σε πόλεμο με μια άλλη φυλή· ο άνδρας της λάθους πατριάς που την έχει για γυναίκα του καταδιώκεται και σκοτώνεται από τους ανθρώπους της πατριάς του και η γυναίκα του έχει την ίδια τύχη. Ωστόσο, σε μερικές περιπτώσεις αν αποφύγουν τη σύλληψη για κάποιο διάστημα, η προσβολή μπορεί να ξεχαστεί.»
Καθώς το τοτέμ είναι κληρονομικό και δεν αλλάζει με το γάμο, τα αποτελέσματα αυτής της απαγόρευσης, στην περίπτωση της μητρικής κληρονομικότητας εύκολα γίνονται κατανοητά. Εάν, για παράδειγμα, ο άνδρας ανήκει στην πατριά που έχει ως τοτέμ το καγκουρό και παντρεύεται μια γυναίκα που έχει ως τοτέμ της τη στρουθοκάμηλο, τα παιδιά, αγόρια και κορίτσια, θα είναι όλα στρουθοκάμηλοι. Έτσι, σύμφωνα με τους νόμους του τοτέμ, ο γιος που προέρχεται από αυτό το γάμο δε μπορεί να έχει αιμομικτικές σχέσεις με τη μητέρα του και τις αδελφές του που είναι, όπως κι αυτός, στρουθοκάμηλοι.
Το Ταμπού Και Η Αμφιθυμία Των Συναισθημάτων
....Για εμάς, το νόημα του ταμπού απλώνεται σε δύο διαφορετικές και αντίθετες κατευθύνσεις. Από τη μία πλευρά σημαίνει ιερό, καθαγιασμένο. Από την άλλη πλευρά όμως σημαίνει κάτι το ανησυχητικό, επικίνδυνο, απαγορευμένο και ανόσιο. Το αντίθετο του ταμπού προσδιορίζεται στα πολυνησιακά με τη λέξη noa που σημαίνει κάτι το συνηθισμένο και γενικά προσιτό.
O Wundt θεωρεί το ταμπού τον πιο αρχαίο άγραφο κώδικα της ανθρωπότητας. Γενικά είναι παραδεκτό πως το ταμπού είναι αρχαιότερο από τους θεούς και ανάγεται σε μία εποχή προγενέστερη από κάθε θρησκεία.
Πρόκειται, λοιπόν, για μια σειρά περιορισμών που οι πρωτόγονοι λαοί επιβάλλουν στον εαυτό τους. Αυτό και εκείνο απαγορεύονται χωρίς κανένα προφανή λόγο και ούτε τους περνάει από το μυαλό να ρωτήσουν παρά θεωρούν αυτονόητο να υποταχθούν και είναι πεπεισμένοι ότι οποιαδήποτε παραβίαση της απαγόρευσης θα επιφέρει αυτόματα τη σκληρότερη τιμωρία. Υπάρχουν αξιόπιστες αναφορές όπου ακούσιες παραβιάσεις τέτοιων απαγορεύσεων πράγματι τιμωρήθηκαν αυτόματα. Ο αθώος παραβάτης που π.χ. έφαγε το κρέας ένας απαγορευμένου ζώου, πέφτει σε βαθιά κατάθλιψη και περιμένει το θάνατό του μέχρι που πεθαίνει πραγματικά.
Το ταμπού των ζώων, που ουσιαστικά συνιστάται στην απαγόρευση να το σκοτώνουν και να το τρώνε αποτελεί τον πυρήνα του Τοτεμισμού.
H έκφραση ταμπού είναι ιδιαίτερα κατάλληλη για αυτή την αδιαφοροποίητη και ενδιάμεση έννοια του δαιμονικού, σημαίνοντας κάτι που δεν μπορεί να αγγιχθεί, εφόσον τονίζει ένα χαρακτηριστικό που είναι τελικά κοινό και στο ιερό και στο ανόσιο: τον τρόμο της επαφής.
....Όπως και στην περίπτωση του ταμπού, ο πυρήνας της απαγόρευσης στην ιδεοληπτική νεύρωση είναι η πράξη του αγγίγματος, από όπου προέρχεται το όνομα ‘φοβία επαφής’
ή
délire de toucher. Η απαγόρευση επεκτείνεται όχι μόνο στην άμεση επαφή με το σώμα αλλά και σε ό,τι με τη μεταφορική έννοια σημαίνει ‘έρχομαι σε επαφή με κάτι’ ή ‘είμαι σε επαφή με κάποιον ή κάτι’. Οτιδήποτε οδηγεί τις σκέψεις στο απαγορευμένο και επομένως επιφέρει νοηματική επαφή είναι το ίδιο απαγορευμένο όπως η άμεση σωματική επαφή. Η ίδια επέκταση βρίσκεται και στο ταμπού.
Ωστόσο, η ψυχανάλυση μας εξοικείωσε με την κλινική ιστορία καθώς και τον ψυχικό μηχανισμό της ιδεοληπτικής νεύρωσης.
Έτσι, η ιστορία μιας τυπικής περίπτωσης φοβίας επαφής είναι η εξής: Στην απαρχή, κατά την πρώτη περίοδο της παιδικής ηλικίας, το άτομο έδειξε μία ισχυρή ικανοποίηση στο να αγγίζει τον εαυτό του, με αντικείμενο της επαφής πολύ πιο εξειδικευμένο από ό,τι κάποιος θα ήταν διατεθειμένος να πιστέψει. Σύντομα στην πραγματοποίηση αυτής της ηδονικής ευχαρίστησης εναντιώθηκε μία εξωτερική απαγόρευση [Και η ευχαρίστηση και η απαγόρευση αναφέρονται στο άγγιγμα των γεννητικών οργάνων από το παιδί]. Η απαγόρευση έγινε αποδεκτή γιατί υποστηριζόταν από ισχυρές εσωτερικές δυνάμεις [Τη σχέση με τα αγαπημένα πρόσωπα που θέτουν την απαγόρευση]. Αποδείχθηκε ισχυρότερη από την τάση που ήθελε να εκδηλωθεί με την πράξη του αγγίγματος. Αλλά εξαιτίας της πρωτόγονης ψυχικής κατάστασης του παιδιού αυτή η απαγόρευση δεν κατάφερε να καταργήσει την τάση. Κατάφερε μόνο να καταπιέσει την τάση (την επιθυμία αφής) και να την απωθήσει στο ασυνείδητο. Και η τάση και η απαγόρευση παρέμειναν. Η τάση επειδή έχει μόνο καταπιεστεί και όχι καταργηθεί, η απαγόρευση, γιατί χωρίς αυτήν η τάση θα εξωτερικευόταν στο συνειδητό και η παρόρμηση θα γινόταν πράξη. Μια αδιέξοδη κατάσταση, μια ψυχική καθήλωση έχει έτσι δημιουργηθεί, και τώρα οτιδήποτε άλλο απορρέει από αυτή τη διαρκή σύγκρουση ανάμεσα στην απαγόρευση και την τάση.
Το κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτού του ψυχικού σχηματισμού που έτσι εγκαθιδρύθηκε στο άτομο είναι αυτό που μπορούμε να ονομάσουμε αμφιθυμική συμπεριφορά του ατόμου προς ένα αντικείμενο, ή μάλλον προς μια πράξη που το αφορά. Το άτομο θέλει συνεχώς να εκτελέσει αυτήν την πράξη (την επαφή), βλέπει σε αυτή την μεγαλύτερη ικανοποίηση, αλλά ταυτόχρονα συγκρατείται ή ακόμα και την αποστρέφεται. Η αντίθεση ανάμεσα στα δύο αυτά ρεύματα δεν είναι εύκολο να ξεπεραστεί γιατί —μόνο έτσι μπορούμε να το περιγράψουμε— είναι με τέτοιον τρόπο εντοπισμένες στην ψυχική ζωή ώστε δεν μπορούν να συναντηθούν.
Η απαγόρευση είναι πλήρως συνειδητή, η διαρκής επιθυμία επαφής ασυνείδητη και το πρόσωπο δεν ξέρει τίποτα για αυτή.
Αν δεν υπήρχε αυτός ο ψυχολογικός παράγοντας δεν θα μπορούσε να διατηρηθεί για πολύ η αμφιθυμική κατάσταση ούτε και να έχει επιπτώσεις σαν και αυτές που αναφέρουμε.
Έτσι λοιπόν υιοθετούν μια αμφιθυμική στάση απέναντι στις απαγορεύσεις ταμπού· στο ασυνείδητό τους δεν θα ήθελαν τίποτα περισσότερο από το να τις παραβιάσουν, αλλά ωστόσο φοβούνται και να το κάνουν· φοβούνται ακριβώς επειδή θα ήθελαν να τις παραβιάσουν και ο φόβος είναι ισχυρότερος από την ευχαρίστηση. Όμως σε κάθε μεμονωμένο άτομο της φυλής η επιθυμία για αυτό είναι ασυνείδητη, όπως ακριβώς και στους νευρωτικούς.
Οι πιο παλιές και πιο σημαντικές απαγορεύσεις ταμπού είναι οι δύο βασικοί νόμοι του τοτεμισμού: να μη σκοτώνεις το ζώο τοτέμ, και να μην έχεις σεξουαλική επαφή με άτομα του αντίθετου φύλου, που ανήκουν στο ίδιο τοτέμ.
Μοιάζει λοιπόν σαν αυτές να πρέπει να ήταν οι πιο παλιές και οι πιο ισχυρές επιθυμίες της ανθρωπότητας.
Βάση του ταμπού είναι μια απαγορευμένη πράξη, για την οποία υπάρχει μια ισχυρή ασυνείδητη ροπή.
Ο άνθρωπος που παραβιάζει ένα ταμπού γίνεται και ο ίδιος ταμπού επειδή έχει την επικίνδυνη ιδιότητα να βάζει τους άλλους στον πειρασμό. Αφυπνίζει τη ζήλια· γιατί να επιτρέπεται σε εκείνον ό,τι για τους άλλους απαγορεύεται; Είναι για αυτό το λόγο πράγματι μολυσματικός, όπως κάθε παράδειγμα που προκαλεί τη μίμηση, και άρα πρέπει και εκείνος ο ίδιος να αποφεύγεται.
Η επαφή είναι η απαρχή κάθε κατάκτησης, κάθε προσπάθειας να υποτάξουμε και να εκμεταλλευτούμε ένα πρόσωπο ή πράγμα.
....Η έκφραση ‘παντοδυναμία των σκέψεων’ οφείλεται σε έναν πολύ έξυπνο ασθενή μου που υπέφερε από ιδεοληπτική νεύρωση, ο οποίος, μετά τη θεραπεία του μέσω της ψυχανάλυσης, μπόρεσε να δείξει τις πνευματικές ικανότητες και την οξύνοιά του. Χρησιμοποιούσε αυτή την έκφραση για να εξηγήσει όλα εκείνα τα περίεργα και ανησυχητικά περιστατικά που έμοιαζαν να καταδιώκουν αυτόν και όσους έπασχαν από την ίδια ασθένεια. Έτσι, αν σκεφτόταν ένα πρόσωπο ήταν σίγουρος ότι θα το συναντήσει αμέσως μετά σαν να το είχε επικαλεστεί. Αν ξαφνικά ενδιαφερόταν να μάθει για την κατάσταση της υγείας ενός γνωστού που είχε να τον δει από πολύ καιρό ήταν σίγουρος πως θα ακούσει ότι ο γνωστός του μόλις πέθανε και έτσι μπορούσε να πιστεύει ότι είχε επικοινωνήσει μαζί του τηλεπαθητικά Αν καταριόταν χωρίς καμία σοβαρή πρόθεση έναν ξένο, πίστευε ότι ο ξένος μετά από λίγο θα πέθαινε και ότι ο ίδιος έφερε το βάρος της ευθύνης του θανάτου του.
Στην πορεία της θεραπείας, μπορέσει να εξηγήσει στις περισσότερες από τις περιπτώσεις με ποιον τρόπο πρωτοδημιουργήθηκαν οι εσφαλμένες εντυπώσεις του και πόσο είχε ο ίδιος συμβάλει ώστε να ενισχύσει τις προληπτικές πεποιθήσεις του. Παρόμοια προληπτικοί είναι όλοι οι ιδεοληπτικοί νευρωτικοί, συχνά σε αντίθεση με τη λογική τους.
Οι νευρωτικοί ζουν σε έναν ειδικό κόσμο στον οποίο, όπως έχω δηλώσει και αλλού, μόνο το ‘νευρωτικό νόμισμα’ μετράει, δηλαδή, μόνον όσα σκέφτονται με επιμονή ή κατανοούν συναισθηματικά είναι ρεαλιστικά για εκείνους, άσχετα από το αν αυτά τα πράγματα συμφωνούν ή όχι με την εξωτερική πραγματικότητα.
Ένας ιδεοληπτικός νευρωτικός μπορεί να καταπιέζεται από μία αίσθηση ενοχής που θα ταίριαζε σε έναν δράστη ομαδικών φόνων, ενώ την ίδια στιγμή συμπεριφέρεται απέναντι στους συνανθρώπους του, ήδη από την παιδική του ηλικία, με τον πιο ηθικό και σχολαστικό τρόπο. Ωστόσο, αυτή η αίσθηση της ενοχής του είναι δικαιολογημένη· βασίζεται σε έντονες και συχνές επιθυμίες για θάνατο των συνανθρώπων του, που ξυπνούν στο υποσυνείδητό του.
...Αν όμως τον υποβάλλουμε σε ψυχοαναλυτική θεραπεία η οποία καθιστά τις ασυνείδητες σκέψεις του συνειδητές από τον ίδιο, αρνείται να πιστέψει πως οι σκέψεις είναι ανεξάρτητες, και πάντα φοβάται να εκφράσει κακές επιθυμίες από το φόβο μήπως πραγματοποιηθούν επειδή ακριβώς τις πρόφερε. Αλλά μέσα από αυτή τη συμπεριφορά, καθώς και μέσα από τις προλήψεις που παίζουν κυρίαρχο ρόλο στη ζωή του αποκαλύπτει σε εμάς πόσο κοντά βρίσκεται με τον άγριο που πιστεύει ότι μπορεί να αλλάξει την εξωτερική πραγματικότητα απλά και μόνο με τη σκέψη του.
Η Επανεμφάνιση Του Τοτεμισμού Στην Παιδική Ηλικία
....Αυτή η προσπάθεια συνδέεται με μία υπόθεση του Δαρβίνου σχετικά με την πρωτόγονη κοινωνική κατάσταση του ανθρώπου.
Από τις συνήθειες ζωής των ανώτερων πιθήκων ο Δαρβίνος συμπέρανε ότι ο άνθρωπος, ομοίως, ζούσε αρχικά σε μικρές ορδές στις οποίες η ζήλια του πιο ηλικιωμένου και δυνατού αρσενικού εμπόδιζε τη σεξουαλική επιμειξία.
«Μπορούμε, πράγματι, να συμπεράνουμε από τα όσα ξέρουμε για τη ζήλια όλων των αρσενικών θηλαστικών, οπλισμένα με ειδικά όπλα καθώς πολλά από αυτά είναι, για να μάχονται τους ανταγωνιστές τους, ότι η αδιάκριτη σεξουαλική επιμειξία στην φυσική κατάσταση είναι εξαιρετικά απίθανη...
Αν έτσι κοιτάξουμε αρκετά πίσω στο ποτάμι του χρόνου και κρίνοντας από τις κοινωνικές συνθήκες του ανθρώπου που επικρατούν σήμερα, η πιο πιθανή εκτίμηση είναι πως αρχικά ο άνθρωπος ζούσε σε μικρές κοινότητες, η κάθε μια με μία μόνο γυναίκα ή, εάν ήταν ισχυρός, με αρκετές, τις οποίες ζηλόφθονα υπερασπιζόταν από όλα τα υπόλοιπα αρσενικά. Ή ίσως να μην ήταν ένα κοινωνικό ζώο και ωστόσο να ζούσε με πολλές γυναίκες όπως ο γορίλλας· γιατί όλοι οι ιθαγενείς συμφωνούν πως μόνο το ενήλικο αρσενικό υπάρχει σε μια ομάδα· όταν τα νέα αρσενικά μεγαλώσουν μία μάχη λαμβάνει χώρα για την κυριαρχία και το ισχυρότερο σκοτώνοντας και εξορίζοντας τα υπόλοιπα εγκαθιδρύει τον εαυτό του σαν τον αρχηγό της κοινωνικής ομάδας
(Dr Savage, στο Boston Journal of Natural History, Vol. V, 1845-7). Τα νεότερα αρσενικά που εκδιώχθηκαν έτσι και περιπλανώνται θα έκαναν το ίδιο, όταν επιτέλους κατάφερναν να βρουν σύντροφο, εμποδίζοντας τη στενή επιμειξία μέσα στα όρια της ίδιας οικογένειας».
....Σε αυτό το σκοτάδι η ψυχαναλυτική εμπειρία ρίχνει μία μοναδική ακτίνα φωτός.
Η σχέση του παιδιού με τα ζώα έχει πολλά κοινά με εκείνη του πρωτόγονου ανθρώπου. Το παιδί δεν δείχνει ακόμα κανένα ίχνος από την υπεροψία που στη συνέχεια κάνει τον ενήλικο πολιτισμένο άνθρωπο να θέτει μία αυστηρή διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη δική του φύση και εκείνη των υπολοίπων ζώων. Το παιδί απροκάλυπτα αναγνωρίζει την πλήρη ισότητα με τα ζώα· πιθανά αισθάνεται τον εαυτό του πιο στενά συνδεδεμένο με το ζώο από ότι με τον αναμφίβολα μυστηριώδη ενήλικα, αναφορικά με την ελευθερία με την οποία ομολογεί τις ανάγκες του.
Όχι σπάνια μία σημαντική διαταραχή παρεμβαίνει σε αυτή την έξοχα αρμονική σχέση ανάμεσα στο παιδί και το ζώο. Το παιδί ξαφνικά αρχίζει να φοβάται ένα συγκεκριμένο είδος ζώου και να προφυλάσσεται από το να βλέπει ή να αγγίζει οποιοδήποτε μεμονωμένο άτομο του είδους αυτού. Έτσι οδηγούμαστε στην κλινική εικόνα της ζωοφοβίας, η οποία είναι μία στις πιο συχνές ανάμεσα στις ψυχολογικές ασθένειες της ηλικίας αυτής και πιθανά η πιο πρώιμη μορφή μιας τέτοιας πάθησης. Η φοβία αφορά κατά κανόνα ζώα για τα οποία το παιδί είχε ως τότε δείξει το πιο ζωηρό ενδιαφέρον και δεν έχει να κάνει με συγκεκριμένο ζώο. Στις πόλεις η ποικιλία των ζώων που μπορεί να γίνουν αντικείμενο της φοβίας αυτής δεν είναι μεγάλη. Είναι άλογα, σκύλοι, γάτες, πιο σπάνια πουλιά, και εντυπωσιακά συχνά πολύ μικρά ζώα όπως ζωύφια και πεταλούδες. Κάποιες φορές ζώα που είναι γνωστά στο παιδί μόνο από εικονογραφημένα βιβλία και από παραμύθια γίνονται αντικείμενα αυτού του παράλογου και υπερβολικού άγχους που εκδηλώνεται με αυτές τις φοβίες.
Οι ζωοφοβίες δεν έχουν γίνει ακόμα αντικείμενο προσεκτικής αναλυτικής έρευνας, έστω και αν αναμφίβολα το αξίζουν. Οι δυσκολίες της ανάλυσης παιδιών τόσο τρυφερής ηλικίας ήταν πιθανά το κίνητρο για μια τέτοια αμέλεια. Έτσι δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι το γενικό νόημα αυτών των ασθενειών είναι γνωστό, και προσωπικά δε νομίζω πως είναι το ίδιο σε όλες τις περιπτώσεις.
Αλλά ένας αριθμός τέτοιων φοβιών με αντικείμενο μεγαλύτερα ζώα αποδείχθηκαν προσιτές στην ανάλυση και έτσι πρόδωσαν το μυστικό τους στον ερευνητή. Σε κάθε περίπτωση ήταν το ίδιο: αν τα εξεταζόμενα παιδιά ήταν αγόρια, ο φόβος ήταν κατά βάθος φόβος για τον πατέρα και είχε απλά μετατεθεί πάνω στο ζώο.
Δημοσίευσα την «Ανάλυση της Φοβίας ενός πεντάχρονου Αγοριού» την οποία ο πατέρας του μικρού ασθενή είχε θέσει στη διάθεση μου. Ήταν η φοβία για τα άλογα, σαν αποτέλεσμα της οποίας το αγόρι αρνιόταν να βγει στο δρόμο. Εξέφραζε την αντίληψη πως το άλογο θα έρθει στο δωμάτιό του και θα το δαγκώσει. Αποδείχτηκε πως αυτό αναμενόταν ως τιμωρία για την επιθυμία του αγοριού, το άλογο να πέσει κάτω (να πεθάνει). Ύστερα από διαβεβαιώσεις που ανακούφισαν το αγόρι από το φόβο για τον πατέρα του αποδείχθηκε πως πάλευε ενάντια σε ευχές των οποίων το περιεχόμενο ήταν η απουσία (αναχώρηση ή θάνατος) του πατέρα. Κατέδειξε ανοιχτά ότι ένιωθε τον πατέρα να είναι ανταγωνιστής του στην εύνοια της μητέρας, προς την οποία κατευθύνονταν τα αμυδρά προμηνύματα των πρώτων σεξουαλικών επιθυμιών του. Είχε συνεπώς την τυπική συμπεριφορά του αρσενικού παιδιού προς τους γονείς του, την οποία ονομάζουμε ‘Οιδιπόδειο σύμπλεγμα’ και το οποίο αναγνωρίζουμε ως το κεντρικό σύμπλεγμα των νευρώσεων. Μέσα από την ανάλυση του ‘μικρού Χανς’ μάθαμε ένα γεγονός που έχει πολύ μεγάλη αξία σε σχέση με τον τοτεμισμό, δηλαδή πως κάτω από τέτοιες συνθήκες το παιδί μετατοπίζει ένα μέρος των συναισθημάτων του από τον πατέρα σε κάποιο ζώο.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο μικρός Χανς όχι μόνο φοβόταν, αλλά σεβόταν και έδειχνε ενδιαφέρον για τα άλογα. Μόλις ο φόβος του μετριάστηκε ταύτισε τον εαυτό του με το ζώο που φοβόταν· χοροπηδούσε τριγύρω σαν άλογο, και τώρα ήταν εκείνος που δάγκωσε τον πατέρα. Σε άλλο στάδιο διάλυσης της φοβίας του δεν δίστασε να ταυτίσει τους γονείς του με άλλα μεγάλα ζώα.
Όποιος όμως κοιτάξει προσεκτικά μέσα από την ιστορία του μικρού Χανς θα βρει εκεί και άφθονες αποδείξεις πως ο πατέρας ήταν αντικείμενο θαυμασμού λόγω των μεγάλων γεννητικών οργάνων του και αντικείμενο φόβου γιατί έβλεπε σε αυτόν μια απειλή για τα δικά του γεννητικά όργανα. Στο Οιδιπόδειο, όπως επίσης και στο σύμπλεγμα ευνουχισμού, ο πατέρας παίζει τον ίδιο ρόλο ως επίφοβος ανταγωνιστής των παιδικών σεξουαλικών ενδιαφερόντων. Ο ευνουχισμός και το υποκατάστατο του, η τύφλωση, είναι η τιμωρία με την οποία απειλείται.
Θα μπορέσουμε να ολοκληρώσουμε τις σκέψεις μας πάνω σε αυτές τις παρατηρήσεις αργότερα. Προς το παρόν θα τονίσουμε δύο γνωρίσματα που δείχνουν μία σημαντική αντιστοιχία με τον τοτεμισμό: την πλήρη ταύτιση με το ζώο ταμπού, και την αμφιθυμική συμπεριφορά προς αυτό. Υπό το πρίσμα αυτών των παρατηρήσεων θεωρούμε τους εαυτούς μας δικαιολογημένος στο να τοποθετήσουμε τον πατέρα στη θέση του τοτεμικού ζώου. Τότε παρατηρούμε ότι με τον τρόπο αυτό δεν κάναμε κάποιο καινούργιο ή ιδιαίτερα τολμηρό βήμα. Γιατί οι πρωτόγονοι άνθρωποι λένε και οι ίδιοι, τουλάχιστον όπου το τοτεμικό σύστημα είναι ακόμα σε ισχύ σήμερα, πως το τοτέμ καλείται πρόγονος και πρωταρχικός πατέρας. Πήραμε μόνο στην κυριολεξία μία έκφραση αυτών των φυλών που οι εθνολόγοι δεν ήξεραν τι να την κάνουν και έτσι είχαν την τάση να την τοποθετούν στο παρασκήνιο. Η ψυχανάλυση μας προειδοποιεί αντίθετα να δώσουμε έμφαση σε αυτό ακριβώς το σημείο, και να το συνδέσουμε με μια προσπάθεια να εξηγήσουμε τον τοτεμισμό.
Το πρώτο συμπέρασμα αυτής μας της αντικατάστασης είναι πολύ αξιοπρόσεκτο. Εάν το ζώο τοτέμ είναι ο πατέρας τότε οι δύο κυρίες εντολές του τοτεμισμού, οι δύο κανόνες ταμπού που απαρτίζουν τον πυρήνα του —να μη σκοτώνεις το ζώο τοτέμ και να μη χρησιμοποιείς γυναίκα που ανήκει στο ίδιο τοτέμ για σεξουαλικούς σκοπούς— συμφωνούν σε περιεχόμενο με τα δύο εγκλήματα του Οιδίποδα, ο οποίος κατέσφαξε τον πατέρα του και πήρε τη μητέρα του για γυναίκα, και επίσης με τις δύο πρωταρχικές επιθυμίες του παιδιού των οποίων η ανεπαρκής καταπίεση ή το ξανά-ξύπνημά τους αποτελεί τον πυρήνα πιθανά κάθε νεύρωσης. Εάν αυτή η ομοιότητα είναι κάτι περισσότερο από ένα απατηλό παιχνίδισμα της τύχης τότε θα μπορέσει να μας επιτρέψει να ρίξουμε φως επάνω στην γένεση του τοτεμισμού στους προϊστορικούς χρόνους.
....Ο W. Robertson Smith, ο οποίος πέθανε το 1894, ήταν ένας φυσικός, φιλόλογος, κριτικός της Βίβλου και αρχαιολόγος· ένας πολύπλευρος, οξυδερκής και ελεύθερα σκεπτόμενος άνθρωπος. Εξέφρασε στο έργο του Η θρησκεία των Σημιτών, που δημοσιεύτηκε το 1889, την άποψη πως μία παράξενη τελετή, το λεγόμενο τοτεμικό γεύμα ήταν, από την πρώτη στιγμή, ένα αναπόσπαστο τμήμα του τοτεμικού συστήματος.
Ο Robertson Smith καθιστά φανερό πως η θυσία πάνω στο βωμό ήταν ένα ουσιαστικό τμήμα του τελετουργικού των αρχαίων θρησκειών. Παίζει τον ίδιο ρόλο σε όλες τις θρησκείες έτσι ώστε η απαρχή της πρέπει να ανιχνευτεί πίσω σε πολύ γενικές αιτίες που είχαν παντού την ίδια επίδραση.
Όμως η θυσία —η κατεξοχήν ιερή πράξη (sacrificium ἱερουργία)— σήμαινε κάτι διαφορετικό από εκείνο που σήμαινε η λέξη στα μεταγενέστερα χρόνια, δηλαδή την προσφορά σε μια θεότητα με σκοπό ο άνθρωπος να συμβιβαστεί μαζί της ή να κερδίσει την εύνοιά της. Η κοσμική, μη-θρησκευτική χρήση της λέξης προήλθε αργότερα από τη δευτερεύουσα έννοια της αυταπάρνησης. Όπως κατέδειξε, η πρώτη θυσία δεν ήταν τίποτα άλλο παρά «μία πράξη κοινωνικής συντροφικότητας ανάμεσα στη θεότητα και τους πιστούς της» (an act of social fellowship between the deity and his worshippers).
Γλωσσικά κατάλοιπα καθιστούν σαφές ότι το τμήμα της θυσίας που προοριζόταν για το θεό θεωρούνταν ως το πραγματικό του φαγητό.
Αυτή η σύλληψη κατέστη προσβλητική με τη σταδιακή αποϋλοποίηση της θεότητας, και την απέφευγαν με την προσφορά στη θεότητα μόνο του υγρού μέρους του γεύματος. Αργότερα, η χρησιμοποίηση της φωτιάς, που έκανε τη θυσιαζόμενη σάρκα να ανεβαίνει από τον βωμό με τη μορφή καπνού, έκανε δυνατή την προετοιμασία της ανθρώπινης τροφής με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι πιο κατάλληλη για τη θεότητα. Το προσφερόμενο ποτό της θυσίας ήταν αρχικά το αίμα το θυσιασμένων ζώων. Το κρασί χρησιμοποιήθηκε αργότερα σαν υποκατάστατο του αίματος. Ο πρωτόγονος άνθρωπος θεωρούσε το κρασί ως «το αίμα της αμπέλου» όπως οι ποιητές μας ακόμα και σήμερα το ονομάζουν.
Η παλαιότερη μορφή της θυσίας, παλαιότερη από τη χρήση της φωτιάς και τη γνώση της γεωργίας, ήταν λοιπόν η θυσία των ζώων, των οποίων τη σάρκα και το αίμα ο θεός και οι πιστοί του έτρωγαν μαζί. Ήταν ουσιαστικό και οι δύο συμμετέχοντες να λάβουν το μερίδιό τους από το γεύμα.
Μια τέτοια θυσία ήταν μια δημόσια γιορτή, μια γιορτή όλης της πατριάς. Για την ακρίβεια όλη η θρησκεία ήταν μια δημόσια υπόθεση· το θρησκευτικό καθήκον ήταν τμήμα της κοινωνικής υποχρέωσης. Θυσία και γιορτή συμβαδίζουν σε όλους τους λαούς· κάθε θυσία ακολουθείται από μια γιορτή και καμιά γιορτή δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς θυσία. Η γιορτή της θυσίας ήταν μία ευκαιρία για να ξεπεράσει κάποιος τα προσωπικά του συμφέροντα μέσα σε ένα κλίμα ευθυμίας, και να τονίσει την κοινωνική ενότητα και την ενότητα με το θεό.
Η ηθική δύναμη του δημόσιου γεύματος της θυσίας βασίζεται στην αρχέγονη σύλληψη σχετικά με το να τρως και να πίνεις από κοινού με τους συνανθρώπους σου. Το να τρως και να πίνεις με κάποιον ήταν ταυτόχρονα ένα σύμβολο και μία επιβεβαίωση της κοινωνικής συνοχής και της ανάληψης αμοιβαίων υποχρεώσεων. Το γεύμα της θυσίας εξέφραζε άμεσα το γεγονός ότι ο θεός και οι πιστοί του είναι ομοτράπεζοι, επιβεβαιώνοντας έτσι όλες τις υπόλοιπες μεταξύ τους σχέσεις. Τα έθιμα που ακόμα και σήμερα ισχύουν ανάμεσα στους Άραβες της ερήμου, αποδεικνύουν ότι η συνδετική δύναμη που προκύπτει από το κοινό γεύμα δεν είναι κάποιος θρησκευτικός παράγοντας, αλλά πως οι συνακόλουθες αμοιβαίες υποχρεώσεις απορρέουν από αυτή καθαυτή την πράξη του φαγητού. Όποιος μοιράστηκε και το μικρότερο κομμάτι με έναν τέτοιο Βεδουίνο, ή ήπιε μια γουλιά από το γάλα του, δεν χρειάζεται να τον φοβάται πια ως εχθρό, αλλά μπορεί να είναι βέβαιος πως θα τον προστατεύσει και θα τον βοηθήσει. Όχι ωστόσο για πάντα· για την ακρίβεια αυτό διαρκεί μόνο για όσο υποτίθεται πως το φαγητό θα παραμένει στο σώμα του. Σε τόσο ρεαλιστική βάση γίνεται αντιληπτός και ο δεσμός που τους ενώνει· χρειάζεται την επανάληψη, για να ισχυροποιηθεί και να διαρκέσει.
Όμως γιατί αποδίδεται αυτή η ενωτική δύναμη στην πράξη του κοινού φαγητού; Στις πλέον πρωτόγονες κοινωνίες υπάρχει μόνο ένας ανεπιφύλακτος και αδιάσπαστος δεσμός, ο δεσμός της κοινότητας της πατριάς (kinship). Τα μέλη της κοινότητας αυτής είναι αδιαίρετα συνδεδεμένα μεταξύ τους. Το kin είναι μία ομάδα ανθρώπων των οποίων οι ζωές είναι τόσο στενά συνδεδεμένες σε μια φυσική ενότητα που μπορούν να θεωρηθούν σαν κομμάτια μιας κοινής ζωής. Στην περίπτωση του φόνου ενός από το kin δεν λένε λοιπόν το αίμα του τάδε χύθηκε, αλλά χύθηκε το αίμα μας. Η Εβραϊκή ρήση με την οποία δηλώνεται αυτή η φυλετική σχέση είναι: «Είσαι οστούν εκ των οστών μου και σαρξ εκ της σαρκός μου». Το kinship λοιπόν σημαίνει να είσαι μέρος μιας γενικότερης ουσίας. Είναι συνεπώς ευνόητο πως δεν βασίζεται μόνο στο γεγονός ότι είμαστε κομμάτια της ουσίας της μητέρας μας, που μας γέννησε και της οποίας το γάλα μας έθρεψε αλλά πως το φαγητό επίσης που καταναλώνεται αργότερα και ανανεώνει τη δύναμη του οργανισμού μας εγκαθιδρύει και δυναμώνει το kinship. Αν κάποιος μοιράστηκε φαγητό με το θεό του εκφράζει έτσι την πεποίθηση του ότι αυτός και ο θεός είναι από την ίδια ουσία· κανείς δεν μοιράζεται φαγητό με κάποιον που θεωρεί ως ξένο.
Το γεύμα της θυσίας ήταν συνεπώς αρχικά ένα εορταστικό γεύμα της πατριάς ή της φυλής, σύμφωνα με τον κανόνα πως μόνο μέλη από την ίδια πατριά μπορούσαν να τρώνε μαζί.
Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία, λέει ο Robertson Smith, ότι κάθε θυσία ήταν αρχικά θυσία όλης της πατριάς, και πως η θανάτωση του θυσιαζόμενου ζώου ανήκε αρχικά στις πράξεις εκείνες που ήταν απαγορευμένες για το μονωμένο άτομο και δικαιολογούνταν μόνο εάν ολόκληρη η πατριά αναλάμβανε την ευθύνη. Οι πρωτόγονοι άνθρωποι είχαν μονάχα μία κατηγορία πράξεων που χαρακτηρίζονταν με αυτόν τον τρόπο, δηλαδή ως πράξεις που άπτονταν της ιερότητας του κοινού αίματος της πατριάς. Μια ζωή την οποία κανένα μεμονωμένο άτομο δεν μπορούσε να αφαιρέσει και η οποία μπορούσε να θυσιαστεί μόνο με τη συναίνεση και τη συμμετοχή όλων των μελών της πατριάς, βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με τη ζωή ενός οποιοδήποτε άλλου μέλους της πατριάς. Ο κανόνας πως κάθε προσκεκλημένος στο θυσιαστήριο γεύμα πρέπει να συμμετάσχει στην κατανάλωση της σάρκας του θυσιαζόμενου ζώου, είχε το ίδιο νόημα όπως ο κανόνας πως η εκτέλεση ενός ένοχου μέλους της πατριάς έπρεπε να διεξαχθεί από ολόκληρη την πατριά. Με άλλα λόγια: στο θυσιαζόμενο ζώο συμπεριφέρονταν σα να ήταν ένας της πατριάς· η κοινότητα που προσφέρει τη θυσία, ο θεός της και το θυσιαζόμενο ζώο έχουν το ίδιο αίμα, και είναι μέλη της ίδιας πατριάς.
Βασισμένος σε πολυάριθμα δεδομένα ο Robertson Smith ταυτίζει το θυσιαζόμενο ζώο με το αρχαίο τοτεμικό ζώο.
Η εξημέρωση των κατοικίδιων ζώων και η ανάπτυξη της κτηνοτροφίας μοιάζει να έφερε παντού το τέλος του αμιγούς και αυστηρού τοτεμισμού της πρωτόγονης εποχής. Αλλά η ιερότητα που αποδόθηκε σε κατοικίδια ζώα, όπως τη συναντούμε στις ‘ποιμενικές’ θρησκείες, είναι αρκετή για να αναγνωρίσουμε σε αυτά τον τοτεμικό τους χαρακτήρα.
Ακόμα και στη ύστερη κλασική αρχαιότητα το τελετουργικό τυπικό σε αρκετές περιοχές επέβαλε στον θύτη να φεύγει τρέχοντας ύστερα από την τέλεση της θυσίας, σα να ήταν να αποφύγει την τιμωρία. Στην Ελλάδα πρέπει να ήταν κάποτε πολύ διαδεδομένη η ιδέα ότι το σκότωμα ενός βοδιού ήταν αληθινό έγκλημα. Στις αθηναϊκές εορτές των Βουφονίων, τη θυσία ακολουθούσε πραγματική δίκη με ανάκριση όλων των συμμετεχόντων. Στο τέλος συμφωνούσαν να ρίχτει το φταίξιμο στο μαχαίρι που πεταγόταν τελικά στη θάλασσα.
Παρά το τρόμο που προστατεύει τη ζωή του ζώου ως μέλος της πατριάς, κατέστη απαραίτητο να το σκοτώνουν από καιρό σε καιρό, σε επίσημη συνάθροιση, και να μοιράζουν τις σάρκες και το αίμα του ανάμεσα στα μέλη της πατριάς. Το κίνητρο που επιβάλει αυτή την πράξη αποκαλύπτει το βαθύτερο νόημα της θυσίας.
Μάθαμε πως στα μεταγενέστερα χρόνια, σε κάθε ομαδικό γεύμα, η συμμετοχή στην ίδια ουσία η οποία έμπαινε στα σώματα των συμμετεχόντων, εγκαθίδρυε έναν ιερό δεσμό ανάμεσα στους συνδαιτημόνες. Στα πανάρχαια χρόνια το νόημα αυτό φαίνεται πως συνδεόταν μόνο με τη συμμετοχή στην ουσία του ιερού ζώου που θυσιαζόταν.
Το ιερό μυστήριο της θανάτωσης για τη θυσία, δικαιολογούνταν καθώς μόνο με αυτό τον τρόπο μπορούσε να εγκαθιδρυθεί ο ιερός δεσμός που ένωνε τους συμμετέχοντες μεταξύ τους και με το θεό τους.
Αυτός ο δεσμός δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η ζωή του ζώου που θυσιαζόταν, ζωή που υπήρχε μέσα στη σάρκα και το αίμα του, και μοιραζόταν έτσι σε όλους τους συμμετέχοντες μέσω του θυσιαστηρίου γεύματος.
Αυτή η ιδέα αποτέλεσε τη βάση όλων των
δεσμών αίματος, μέσω των οποίων οι άνθρωποι συνδέθηκαν μεταξύ τους ακόμα και σε μεταγενέστερες εποχές.
Όταν εμφανίστηκε η ιδέα της ατομικής ιδιοκτησίας, η θυσία θεωρήθηκε σα μια μεταβίβαση της ανθρώπινης ιδιοκτησίας στον θεό. Αλλά αυτή η ερμηνεία άφησε όλες τις ιδιομορφίες του τελετουργικού της θυσίας ανερμήνευτες. Στα πανάρχαια χρόνια το ίδιο το ζώο της θυσίας ήταν ιερό και η ζωή του απαραβίαστη· μπορούσε να αφαιρεθεί μόνο με την παρουσία του θεού και με την φυλή ολόκληρη να συμμετέχει και να μοιράζεται έτσι την ενοχή για το φόνο που θα προμήθευε την ιερή ουσία με την κατανάλωση της οποίας τα μέλη της πατριάς εξασφάλιζαν την ιερή ταύτιση μεταξύ τους και με τη θεότητα. Η θυσία ήταν ένα μυστήριο, και το ζώο το οποίο θυσιαζόταν κατά την τέλεση του μυστηρίου ήταν ένα μέλος της πατριάς. Στην πραγματικότητα ήταν το παλιό τοτεμικό ζώο, ο ίδιος ο πρωτόγονος θεός, μέσω της σφαγής και της καταβρόχθισης του οποίου τα μέλη της πατριάς αποκτούσαν νέα ζωή και επισφράγισαν την ομοιότητά τους με το θεό.
Από την ανάλυση της φύσης της θυσίας ο Robertson Smith έβγαλε το συμπέρασμα ότι η περιοδική σφαγή και το φάγωμα του τοτέμ
πριν την περίοδο λατρείας ανθρωπόμορφων θεοτήτων, ήταν ένα σημαντικό τμήμα της τοτεμικής θρησκείας.
Το τελετουργικό ενός τέτοιου τοτεμικού γεύματος διατηρήθηκε για εμάς, θεώρησε, στην περιγραφή μιας θυσίας των μεταγενέστερων χρόνων. Ο Άγιος Νείλος μας περιγράφει το τελετουργικό έθιμο μίας θυσίας των Βεδουίνων στην έρημο του Σινά προς το τέλος του 4ου αιώνα μ.Χ. Έδεναν το θύμα, μια καμήλα, και το ξάπλωναν επάνω σε έναν χονδροφτιαγμένο βωμό από πέτρες. Ο αρχηγός της φυλής έβαζε τους συμμετέχοντες να κάνουν, ψέλνοντας, τρεις φορές το γύρο του βωμού, επέφερε το πρώτο τραύμα στο ζώο και λαίμαργα έπινε το αίμα που ανάβλυζε. Ύστερα, ολόκληρη η κοινότητα έπεφτε πάνω στο ζώο της θυσίας, έκοβαν με τα ξίφη τους κομμάτια από τη σάρκα που ακόμα σπαρταρούσε, και τα έτρωγαν ωμά με τέτοια βιασύνη ώστε στο σύντομο χρονικό διάστημα ανάμεσα στην ανατολή του αυγερινού, που άρχιζε η θυσία, και το ξεθώριασμα του καθώς ανέτειλε ο ήλιος, όλο το θυσιαστήριο ζώο, σάρκα, δέρμα, κόκκαλα και εντόσθια, είχαν κατασπαραχθεί. Σύμφωνα με κάθε μαρτυρία, αυτό η βάρβαρη τελετουργία, που απηχεί την απώτερη αρχαιότητα, δεν ήταν ένα σπάνιο έθιμο αλλά η γενική αρχική μορφή της τοτεμικής θυσίας, η οποία στα κατοπινά χρόνια υπέστη τις πιο ποικίλες τροποποιήσεις.
Μια ινδιάνικη φυλή της Καλιφόρνια, που λατρεύει τη γερακίνα, ένα μεγάλο αρπακτικό πουλί, το σκοτώνει μια φορά το χρόνο, κατά τη διάρκεια επίσημης τελετής, ενώ στη συνέχεια το θρηνεί και φυλάει το δέρμα και τα φτερά του. Οι ινδιάνοι Zuni στο Νέο Μεξικό κάνουν το ίδιο με την ιερή χελώνα τους.
Ας φανταστούμε τώρα τη σκηνή ενός τέτοιου τοτεμικού γεύματος και ας την διανθίσουμε περεταίρω με μερικά πιθανά χαρακτηριστικά, τα οποία δεν είχαν ληφθεί αρκετά υπόψιν προηγουμένως. Έτσι έχουμε την πατριά, η οποία σε μία επίσημη περίπτωση σκοτώνει το τοτέμ της με έναν άγριο τρόπο και το τρώει ώμο, αίμα, σάρκα, και κόκκαλα. Την ίδια στιγμή τα μέλη της πατριάς μεταμφιεσμένα έτσι ώστε να μοιάζουν στο τοτέμ, μιμούνται τον ήχο και τις κινήσεις του, σαν να ήθελαν να τονίσουν την κοινή τους ταυτότητα.
Υπάρχει επίσης η συνειδητή σκέψη πως διενεργείται μια πράξη η οποία είναι απαγορευμένη στον καθένα χωριστά και η οποία μπορεί μονάχα να δικαιολογηθεί μέσω της συμμετοχής όλων, γι’ αυτό άλλωστε και σε κανέναν δεν επιτρέπεται να απέχει από το σκότωμα και το γεύμα αυτό. Μετά την ολοκλήρωση της πράξης, κλαίνε και θρηνούν το δολοφονημένο ζώο. Ο επιθανάτιος θρήνος είναι υποχρεωτικός, και επιβάλλεται από το φόβο μιας επικείμενης τιμωρίας, και ο κύριος λόγος είναι, όπως παρατηρεί ο Robertson Smith σε μια ανάλογη περίπτωση, να αποβάλλουν από πάνω τους την ευθύνη για τη σφαγή.
Αλλά μετά από αυτόν το θρήνο ακολουθούν εκδηλώσεις επιδεικτικής εορταστικής χαράς, η οποία συνοδεύεται με την αποδέσμευση κάθε ενστίκτου και την απόλαυση κάθε ικανοποίησης. Εδώ αναγνωρίζουμε εύκολα την ουσία της φύσης της γιορτής.
Η γιορτή είναι μία επιτρεπτή, ή καλύτερα, επιβεβλημένη υπερβολή, μία επίσημη παραβίαση μιας απαγόρευσης. Οι άνθρωποι δεν διαπράττουν την υπερβολή, που σε όλες τις εποχές χαρακτηρίζει τις γιορτές, σαν αποτέλεσμα μιας εντολής να είναι σε εορταστική διάθεση, αλλά γιατί στην ίδια τη φύση της γιορτής ενυπάρχει η υπερβολή. Η γιορταστική διάθεση πηγάζει από την απελευθέρωση όσων είναι απαγορευμένα σε διαφορετική περίπτωση.
Η ψυχανάλυση μας αποκάλυψε ότι το τοτεμικό ζώο είναι στην πραγματικότητα ένα υποκατάστατο του πατέρα, και πως αυτό πραγματικά εξηγεί την αντίφαση ότι είναι συνήθως απαγορευμένο να σκοτώνουν το τοτεμικό ζώο, ότι ο θάνατός του καταλήγει στη γιορτή και ότι το ζώο δολοφονείται και ωστόσο θρηνείται. Η αμφιθυμική συναισθηματική στάση που ακόμα και σήμερα σηματοδοτεί το σύμπλεγμα του πατέρα στα παιδιά μας, και τόσο συχνά συνεχίζεται στην ενήλικη ζωή, επεκτείνεται επίσης και στο πατρικό υποκατάστατο, το τοτεμικό ζώο.
Όμως αν συνδέσουμε την ερμηνεία του τοτέμ όπως τη δίνει η ψυχανάλυση, με το τοτεμικό γεύμα και την υπόθεση του Δαρβίνου για την πρωταρχική κατάσταση της ανθρώπινης κοινωνίας, μία βαθύτερη κατανόηση γίνεται δυνατή και μια υπόθεση μας προσφέρεται, η οποία μπορεί να μοιάζει φανταστική αλλά έχει το πλεονέκτημα να εγκαθιδρύει μια απροσδόκητη ενότητα ανάμεσα σε μία σειρά ασύνδετων μέχρι τώρα φαινομένων.
Η Δαρβίνεια σύλληψη της πρωτόγονης ορδής δεν μας επιτρέπει, φυσικά, να ερμηνεύσουμε την έναρξη του τοτεμισμού. Υπάρχει μονάχα ένας βίαιος, ζηλότυπος πατέρας ο όποιος κρατάει όλα τα θηλυκά για τον εαυτό του και διώχνει μακριά τους γιους του καθώς μεγαλώνουν. Αυτή η πρωταρχική κατάσταση της κοινωνίας δεν έχει παρατηρηθεί πουθενά. Η πιο πρωτόγονη οργάνωση που γνωρίζουμε, η οποία σήμερα είναι ακόμα σε ισχύ σε ορισμένες φυλές, είναι οι σύνδεσμοι ανδρών, σύνδεσμοι αποτελούμενοι από άτομα με ίσα δικαιώματα, υπόλογοι στους περιορισμούς του τοτεμικού συστήματος, και θεμελιωμένοι πάνω στο σύστημα της μητριαρχίας, ή της μεταβίβασης της κληρονομικότητας από τη μητρική γραμμή. Θα μπορούσε το ένα να έχει προέλθει από το άλλο και πώς θα ήταν αυτό δυνατό;
Βασίζοντας τη θέση μας πάνω στη γιορτή του τοτεμικού γεύματος, είμαστε σε θέση να δώσουμε μία απάντηση: Μια μέρα τα αδέρφια που είχαν εκδιωχθεί ένωσαν τις δυνάμεις τους, κατέσφαξαν και έφαγαν τον πατέρα, και έτσι έθεσαν τέλος στην πατρική ορδή. Μαζί τόλμησαν και πραγματοποίησαν ό,τι θα είχε παραμείνει αδύνατο για τον καθένα τους χωριστά. Ίσως κάποια εξέλιξη του πολιτισμού, όπως η χρήση ενός νέου όπλου, να τους έδωσε το συναίσθημα της ανωτερότητας. Φυσικά αυτοί οι άγριοι με τα κανιβαλιστικά ένστικτα, έφαγαν το θύμα τους. Αυτός ο βίαιος πρωταρχικός πατέρας θα ήταν σίγουρα το πρότυπο που κάθε ένα από τα αδέρφια ζήλευε και φοβόταν. Τώρα, καταβροχθίζοντας τον, κατόρθωσαν την ταύτιση μαζί του και καθένας απέκτησε ένα κομμάτι από τη δύναμή του. Το τοτεμικό γεύμα, που είναι ίσως η πρώτη γιορτή του ανθρώπινου είδους, θα ήταν το μνημόσυνο και η επανάληψη αυτής της αξιομνημόνευτης, εγκληματικής πράξης με την οποία ξεκίνησαν τόσα πολλά· κοινωνική οργάνωση, ηθικοί περιορισμοί και θρησκεία.
Για να μπορέσουμε να βρούμε αυτά τα αποτελέσματα αποδεκτά, πέρα από την υπόθεσή μας, πρέπει μονάχα να συμπεράνουμε ότι η ομάδα των αδερφών που ενώθηκαν μαζί, κυριαρχούνταν από τα ίδια αλληλοσυγκρουόμενα συναισθήματα προς τον πατέρα, τα οποία μπορούμε να καταδείξουμε σαν το περιεχόμενό της αμφιθυμίας στο σύνδρομο του πατέρα σε όλα τα παιδιά μας και στους νευρωτικούς. Μισούσαν τον πατέρα που στεκόταν τόσο ισχυρός στο δρόμο των σεξουαλικών τους διεκδικήσεων και της επιθυμίας τους για δύναμη, αλλά επίσης τον αγαπούσαν και τον θαύμαζαν. Αφού είχαν ικανοποιήσει το μίσος τους με την απομάκρυνσή του και είχαν επιτελέσει την ευχή τους για ταύτιση μαζί του, τα καταπιεσμένα συναισθήματα τρυφερότητας έπρεπε επίσης να εκδηλωθούν. Αυτό έγινε με τη μορφή των τύψεων, μια αίσθηση ενοχής που συνέπεφτε εδώ με τα γενικότερα συναισθήματα τύψεων. Ο νεκρός πατέρας έγινε τώρα ισχυρότερος από ό,τι όταν ήταν ζωντανός, όπως ακόμα και σήμερα διακρίνουμε στις μοίρες των ανθρώπων. Όσα η παρουσία του πατέρα εμπόδιζε νωρίτερα, τώρα οι ίδιοι απαγόρευαν στην ψυχολογική κατάσταση της ‘εκ των υστέρων υπακοής’ που γνωρίζουμε τόσο καλά από την ψυχανάλυση. Πήραν πίσω την πράξη τους δηλώνοντας πως η θανάτωση του πατρικού υποκατάστατου, του τοτέμ, δεν επιτρεπόταν, και αποποιήθηκαν τους καρπούς της πράξης τους, αποστερώντας τους εαυτούς τους από τις απελευθερωμένες γυναίκες. Έτσι δημιούργησαν τα δύο βασικά ταμπού του τοτεμισμού, εξαιτίας της αίσθησης ενοχής του γιου, τα οποία για αυτόν ακριβώς το λόγο έπρεπε να αντιστοιχούν στις δύο καταπιεσμένες επιθυμίες του οιδιπόδειου συμπλέγματος. Όποιος έδειχνε ανυπακοή, ήταν ένοχος για τα μόνα δύο εγκλήματα που βάραιναν την πρωτόγονη κοινωνία.
Τα δύο ταμπού του τοτεμισμού με τα οποία ξεκινά η ηθική του ανθρώπου, δεν είναι της ίδιας ψυχολογικής αξίας. Το ένα από αυτά, η μη θανάτωση του τοτεμικού ζώου, βασίζεται ολοκληρωτικά σε συναισθηματικά κίνητρα· ο πατέρας είχε απαλειφθεί και τίποτα στην πραγματικότητα δεν μπορούσε να το αντισταθμίσει. Όμως το άλλο, η απαγόρευση της αιμομιξίας, είχε επίσης έναν ισχυρό πρακτικό λόγο εγκαθίδρυσης. Οι σεξουαλικές ανάγκες δεν ενώνουν τους άνδρες, τους χωρίζουν. Παρότι τα αδέλφια είχαν ενώσει τις δυνάμεις τους για να υπερνικήσουν τον πατέρα, κάθε ένας ήταν αντίπαλος του άλλου, αναφορικά με τις γυναίκες. Καθένας ήθελε να τις έχει όλες για τον εαυτό του, όπως ο πατέρας, και στον αγώνα του καθενός ενάντια στον άλλον η νέα κοινωνική οργάνωση θα αφανιζόταν. Διότι δεν υπήρχε πια κανένας ισχυρότερος από όλους τους υπόλοιπους, ο οποίος θα μπορούσε επιτυχώς να αναλάβει το ρόλο του πατέρα. Έτσι, δεν έμενε για τα αδέρφια τίποτα άλλο, αν ήθελαν να ζήσουν μαζί, από το να αναγείρουν την απαγόρευση της αιμομιξίας —πιθανά μετά από πολλές άσχημες εμπειρίες— μέσω της οποίας όλοι ισοδύναμα αποποιήθηκαν τις γυναίκες που επιθυμούσαν, και για τις οποίες πρώτα απ’ όλα εξάλειψαν τον πατέρα.
Από την άλλη πλευρά η διεκδίκηση του τοτεμισμού να θεωρηθεί ως η πρώτη προσπάθεια για θρησκεία συνδέεται με το άλλο ταμπού, που προστατεύει τη ζωή του τοτεμικού ζώου. Τα συναισθήματα των γιών βρήκαν ένα φυσικό και κατάλληλο υποκατάστατο για τον πατέρα στο ζώο, αλλά η ψυχαναγκαστική συμπεριφορά τους προς αυτό φανερώνει περισσότερα από την ανάγκη να δείξουν μεταμέλεια. Το υποκατάστατο του πατέρα χρησιμοποιήθηκε πιθανά ως μία προσπάθεια να καταπραΰνουν τη φλέγουσα αίσθηση ενοχής και να επιφέρουν έναν τρόπο συμφιλίωσης με τον πατέρα. Το τοτεμικό σύστημα ήταν ένας τρόπος να έρθουν σε συμφωνία με τον πατέρα, καθόσον ο δεύτερος προσέφερε όλα όσα η παιδική φαντασία θα μπορούσε να περιμένει από αυτόν, προστασία, φροντίδα, και ανεκτικότητα, σε αντάλλαγμα για τα οποία δινόταν η δέσμευση να τιμούν τη ζωή του, με άλλα λόγια, να μη επαναλάβουν την πράξη εκείνη απέναντι στο τοτέμ μέσω της οποίας ο πραγματικός πατέρας είχε αφανιστεί. Ο τοτεμισμός επίσης περιείχε και μία προσπάθεια δικαιολόγησης, «Εάν ο πατέρας, μας έχει συμπεριφερθεί όπως το τότεμ, δεν θα είχαμε μπει ποτέ στον πειρασμό να τον σκοτώσουμε». Έτσι ο τοτεμισμός βοήθησε να επικαλυφθεί η πραγματική φύση των πραγμάτων και να κάνει τους ανθρώπους να ξεχάσουν το γεγονός στο οποίο όφειλε τη γέννηση του.
Σε αυτόν τον συσχετισμό κάποια γνωρίσματα μορφοποιήθηκαν, τα οποία εφεξής καθόρισαν τον χαρακτήρα της κάθε θρησκείας. Η τοτεμική θρησκεία προήλθε από την αίσθηση της ενοχής των γιων, σα μια προσπάθεια να καταπραΰνουν αυτό το συναίσθημα και να κατευνάσουν τον προσβεβλημένο πατέρα δια μέσω της εκ των υστέρων υπακοής.
Όλες οι μεταγενέστερες θρησκείες αποδεικνύονται να είναι προσπάθειες για να λυθεί το ίδιο πρόβλημα, ποικίλοντας μόνο ανάλογα με το επίπεδο του πολιτισμού στο οποίο εμφανίστηκαν και σύμφωνα με τα μονοπάτια που πήραν· είναι όλες, ωστόσο, αντιδράσεις που στόχευαν στο ίδιο μεγάλο γεγονός, με το οποίο ξεκίνησε ο πολιτισμός και το οποίο δεν άφησε ποτέ από τότε την ανθρωπότητα να ησυχάσει.
Ο Robertson Smith μας έδειξε ότι το παλιό τοτεμικό γεύμα επανεμφανίζεται στην αρχική μορφή της θυσίας. Το νόημα της τελετής είναι το ίδιο: ο καθαγιασμός, μέσω της συμμετοχής σε ένα κοινό γεύμα. Ομοίως, διατηρήθηκε η αίσθηση της ενοχής, η οποία μπορεί να ανακουφιστεί μόνο μέσω της αλληλεγγύης όλων των συμμετεχόντων. Παράλληλα με αυτό, υπάρχει η θεότητα της φυλής στην υποτιθέμενη παρουσία της οποίας λαμβάνει χώρα η θυσία, θεότητα η οποία συμμετέχει στο γεύμα σαν ένα μέλος της φυλής και με την οποία πραγματοποιείται η ταύτιση μέσω της πράξης της από κοινού κατανάλωσης του θυσιαζόμενου ζώου. Πώς όμως ο θεός έφτασε σε αυτή την κατάσταση, η οποία ήταν αρχικά ξένη προς εκείνον;
Η απάντηση μπορεί να είναι πως η ιδέα του θεού είχε εν τω μεταξύ εμφανιστεί, —κανείς δεν ξέρει πώς— και είχε κυριαρχήσει σε όλη τη θρησκευτική ζωή, και πως το τοτεμικό γεύμα, όπως κάθε τι που ήθελε να διατηρηθεί, ήταν αναγκασμένο να βρει τρόπο να ενσωματωθεί στο νέο σύστημα. Ωστόσο, η ψυχαναλυτική έρευνα του ατόμου μας διδάσκει με ιδιαίτερη έμφαση ότι ο θεός είναι σε κάθε περίπτωση δημιουργημένος κατ’ ομοίωση του πατέρα και πως η προσωπική μας σχέση με το θεό βασίζεται στη σχέση μας με το φυσικό μας πατέρα, διακυμαίνεται και αλλάζει σύμφωνα με αυτή, και πως ο θεός στην ουσία δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας εξυψωμένος πατέρας. Και εδώ επίσης, όπως και στην περίπτωση του τοτεμισμού η ψυχανάλυση μας συμβουλεύει να πιστεύουμε τους ευσεβείς, οι οποίοι ονομάζουν το θεό πατέρα, όπως ακριβώς ονόμαζαν το τοτέμ πρόγονό τους.
Αν η ψυχανάλυση έχει στα αλήθεια κάποια οποιαδήποτε αξία, τότε το μερίδιο του πατέρα στην έννοια του θεού πρέπει να είναι πολύ σημαντικό, πέρα από όλες τις άλλες προελεύσεις και σημασίες του θεού τις οποίες η ψυχανάλυση δεν μπορεί να φωτίσει. Αλλά τότε ο πατέρας θα αντιπροσωπευόταν δύο φορές στην πρωτόγονη θυσία, πρώτα ως θεός, και ύστερα ως το ζώο τοτέμ, και θα πρέπει να αναρωτηθούμε, σε σχέση και με τον περιορισμένο αριθμό λύσεων που προσφέρει η ψυχανάλυση, αν αυτό είναι δυνατό και τι νόημα θα μπορούσε να έχει.
Γνωρίζουμε πως υπάρχει ένα πλήθος σχέσεων ανάμεσα στο θεό και το ιερό ζώο (το τοτέμ και το ζώο της θυσίας): 1. Συνήθως ένα ζώο είναι ιερό για κάθε θεό, μερικές φορές ακόμα και πολλά ζώα. 2. Σε ορισμένες, ξεχωριστά ιερές θυσίες, τις λεγόμενες ‘μυστικιστικές’ θυσίες, το ίδιο το ζώο το οποίο έχει εξαγνιστεί μέσω του θεού θυσιαζόταν σε εκείνον. 3. Ο θεός λατρευόταν συχνά στην μορφή ενός ζώου, ή από μια άλλη οπτική γωνία, τα ζώα απολάμβαναν έναν σεβασμό σαν να ήταν θεοί, πολύ μετά την περίοδο του τοτεμισμού. 4. Στους μύθους ο θεός συχνά μεταμορφώνεται σε ένα ζώο, συχνά στο ζώο που ήταν ιερό για εκείνον. Από αυτά είναι προφανές να υποθέσουμε πως ο ίδιος ο θεός ήταν το ζώο, και πως εξελίχθηκε από το τοτεμικό ζώο σε ένα μεταγενέστερο στάδιο του θρησκευτικού συναισθήματος. Όμως η συλλογισμός πως το τοτέμ το ίδιο δεν είναι παρά ένα υποκατάστατο του πατέρα μας απαλλάσσει από περαιτέρω συζητήσεις.
Έτσι το τοτέμ ίσως ήταν η πρώτη μορφή πατρικού υποκατάστατου και ο θεός μια μεταγενέστερη στην οποία ο πατέρας απόκτησε και πάλι την ανθρώπινη μορφή του.
Ένα τέτοιο νέο δημιούργημα, εξελισσόμενο από τη ρίζα όλων των θρησκειών, δηλαδή, τον πόθο για τον πατέρα, ίσως κατέστη δυνατό εάν στην πορεία του χρόνου μια ουσιαστική αλλαγή έλαβε χώρα στη σχέση με τον πατέρα και πιθανά και στη σχέση με το ζώο.
Τέτοιες αλλαγές μπορούν εύκολα να διαπιστωθούν ακόμα κι αν παραβλέψουμε την έναρξη μιας ψυχικής αποξένωσης από το ζώα καθώς και την αποσύνθεση του τοτεμισμού λόγω της εξημέρωσής τους.
Η κατάσταση η οποία δημιουργήθηκε με την απομάκρυνση του πατέρα συμπεριλάμβανε ένα στοιχείο το οποίο στο πέρασμα των χρόνων πρέπει να έφερε μια ασυνήθιστη αύξηση του πόθου για τον πατέρα. Γιατί τα αδέρφια που είχαν ενώσει τις δυνάμεις τους για να σκοτώσουν τον πατέρα είχαν καθένας τους εμψυχωθεί από την επιθυμία να γίνουν σαν τον πατέρα, και είχαν δώσει υπόσταση σε αυτήν την επιθυμία ενσωματώνοντας τμήματα του πατρικού υποκατάστατου στο τοτεμικό γεύμα. Εξαιτίας ωστόσο της πίεσης την οποία ασκούσαν οι δεσμοί της πατριάς πάνω σε κάθε μέλος της, αυτή η επιθυμία έπρεπε να παραμείνει απραγματοποίητη. Κανείς δεν μπορούσε ή δεν του επιτρεπόταν να αποκτήσει την τέλεια δύναμη του πατέρα, που ήταν αυτό που όλοι θέλησαν. Έτσι το πικρό συναίσθημα ενάντια στον πατέρα που είχε υποκινήσει την πράξη τους μπορούσε να καταλαγιάσει στο πέρασμα των χρόνων, ενώ ο πόθος για αυτόν μεγάλωνε, και ένα ιδανικό αναπτύχθηκε, που είχε ως περιεχόμενο του την πληρότητα της δύναμης και την ελευθερία από περιορισμούς που απολάμβανε ο κατακτημένος πρωταρχικός πατέρας, καθώς και την επιθυμία να υποταχθούν σε εκείνον.
Η αρχική δημοκρατική ισότητα του κάθε μέλους της φυλής δεν μπορούσε πια να διατηρηθεί εξαιτίας της παρεμβολής πολιτισμικών αλλαγών, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα την ενίσχυση μιας τάσης να αναβιώσει το παλιό ιδανικό του πατέρα μέσω της λατρείας ως θεών μεμονωμένων ατόμων που ξεχώρισαν πάνω από τους υπόλοιπους. Η σκέψη πως ένας άνθρωπος θα μπορούσε να γίνει θεός και πως ένας θεός θα μπορούσε να πεθάνει, που σήμερα μοιάζει σε εμάς σαν μια εξωφρενική υπόθεση, δεν ήταν για κανένα λόγο προσβλητική για τα δεδομένα της κλασικής αρχαιότητας. Ωστόσο, η θεοποίηση του δολοφονημένου πατέρα, από τον οποίον τώρα η φυλή αντλεί την καταγωγή της, ήταν μία πολύ πιο σοβαρή προσπάθεια εξιλέωσης από την προηγούμενη προσπάθεια μέσω του τοτέμ.
Στην εξέλιξη αυτή δεν έχω την ικανότητα να προσδιορίσω τη θέση των μεγάλων μητρικών θεοτήτων, οι οποίες πιθανά παντού προηγήθηκαν των πατρικών. Ωστόσο μοιάζει σίγουρο πως η αλλαγή στη σχέση με τον πατέρα δεν περιορίστηκε στη θρησκεία, αλλά λογικά επεκτάθηκε και στην άλλη πλευρά της ανθρώπινης ζωής που είχε επηρεαστεί από την απομάκρυνση του πατέρα, δηλαδή την κοινωνική οργάνωση. Με την εμφάνιση των πατρικών θεοτήτων η ορφανή από πατέρα κοινωνία βαθμιαία μετατράπηκε σε πατριαρχική.
Η οικογένεια ήταν η ανακατασκευή της προηγούμενης πρωτόγονης ορδής και, παρόμοια, έδωσε ένα μεγάλο τμήμα από τα προηγούμενα δικαιώματα του, πίσω στον πατέρα. Τώρα ήταν πατριάρχης πάλι, αλλά τα κοινωνικά κατορθώματα της ομάδας των αδερφών δεν είχαν εγκαταλειφθεί, και η ουσιαστική διαφορά που υπήρχε ανάμεσα στους νέους πατριάρχες στην οικογένεια και στον απεριόριστο πρωτόγονο πατέρα ήταν αρκετά μεγάλη για να διασφαλίσει τη συνέχιση της θρησκευτικής ανάγκης, την διατήρηση του ανικανοποίητου πόθου για τον πατέρα.
Στο πέρασμα του χρόνου το ζώο χάνει την ιερότητά του και η θυσία τη σχέση της με την τοτεμική γιορτή· η τελετή γίνεται μια απλή προσφορά προς τη θεότητα, μια στέρηση από τον εαυτό μας προς χάριν του θεού. Ο ίδιος ο θεός βρίσκεται τώρα τόσο ψηλότερα από τον άνθρωπο, ώστε μόνο με τη μεσολάβηση ενός ιερέα μπορεί να επικοινωνήσει μαζί του.
Την ίδια στιγμή η κοινωνική οργάνωση παράγει βασιλιάδες όμοιους με θεούς, οι οποίοι μεταφέρουν το πατριαρχικό σύστημα στο επίπεδο του κράτους. Πρέπει να σημειωθεί ότι η εκδίκηση του εκθρονισμένου και επαναθρονισμένου πατέρα ήταν πολύ σκληρή· η κυριαρχία της εξουσίας βρίσκεται στο ζενίθ της.
Στο σπουδαίο έργο του,
Ο Χρυσός Κλώνος, ο Frazer εξέφρασε την άποψη ότι οι πρώτοι βασιλιάδες των λατινικών φυλών ήταν ξένοι οι οποίοι έπαιζαν το ρόλο θεότητας και θυσιαζόταν με επισημότητα σε συγκεκριμένες γιορτές. Η ετήσια θυσία (η αυτοθυσία είναι μια παραλλαγή) του θεού μοιάζει να ήταν ένα σημαντικό χαρακτηριστικό των Σημιτικών θρησκειών.
Η πρωταρχική θυσία του ζώου ήταν ήδη ένα υποκατάστατο της ανθρώπινης θυσίας, της επίσημης θανάτωσης του πατέρα. Όταν το πατρικό υποκατάστατο απέκτησε πάλι την ανθρώπινη μορφή του, η θυσία ζώων μπόρεσε πάλι να μετατραπεί σε θυσία ανθρώπων.
Έτσι η ανάμνηση αυτής της πρώτης σπουδαίας πράξης της θυσίας αποδείχθηκε άφθαρτη, παρόλες τις προσπάθειες να ξεχαστεί, και ακριβώς τη στιγμή που οι άνθρωποι πάλευαν να απομακρυνθούν όσο το δυνατόν περισσότερο από τα κίνητρά της, η απαράλλακτη επανάληψή της έπρεπε να εμφανίζεται στη μορφή τη θυσίας του θεού.
Δεν χρειάζεται να δείξω πλήρως εδώ τις εξελίξεις της θρησκευτικής σκέψης που έκαναν δυνατή αυτή την επιστροφή με τη μορφή εκλογικεύσεων. Ο Robertson Smith ο οποίος είναι, φυσικά, πολύ μακριά από την ιδέα να ανιχνεύσει τη θυσία πίσω σε αυτό το μεγάλο συμβάν της ανθρώπινης προϊστορίας, λέει πως
το τελετουργικό των γιορτών στις οποίες οι παλιοί Σημίτες γιόρταζαν το θάνατο μιας θεότητας ερμηνευόταν ως «μνημόσυνο μιας μυθικής τραγωδίας» (a commemoration of a mythical tragedy) και πως το πένθος που τις συνόδευε δεν ήταν προϊόν αυθόρμητης συμπόνιας, αλλά είχε έναν καταναγκαστικό χαρακτήρα, κάτι που επιβαλλόταν από το φόβο της θεϊκής οργής.
Είμαστε σε θέση να αναγνωρίσουμε πως αυτή η ερμηνεία είναι σωστή, και πως τα συναισθήματα των εορταζόντων εξηγούνταν πλήρως από την κατάσταση που περιγράψαμε.
Η επίμονη προσπάθεια του γιου να πάρει τη θέση του πατέρα θεού, εμφανίζεται με όλο και περισσότερη ευκρίνεια. Με την εισαγωγή της γεωργίας η σημασία του γιου στην πατριαρχική οικογένεια αυξήθηκε. Αποτολμά να δώσει νέα έκφραση στην αιμομικτική του λίμπιντο, η οποία βρίσκει συμβολική ικανοποίηση στην καλλιέργεια της μητέρας γης. Τότε εμφανίζονται μορφές θεών όπως ο Άττης, ο Άδωνης, ο Ταμμούζ, και άλλοι, πνεύματα της βλάστησης καθώς και νεανικές θεότητες που απολάμβαναν τις περιπτύξεις μητρικών θεοτήτων και διέπρατταν αιμομιξία με τη μητέρα, αψηφώντας τον πατέρα. Όμως η αίσθηση της ενοχής, η οποία δεν ανακουφίστηκε με αυτά τα δημιουργήματα, εκφράστηκε με μύθους στους οποίους επιφυλάσσεται σύντομη ζωή των νεαρών εραστών των μητρικών θεοτήτων και τιμωρία μέσω του ευνουχισμού ή μέσω της οργής του πατέρα θεού, ο οποίος εμφανίζεται στη μορφή ενός ζώου. Ο Άδωνης σκοτώθηκε από έναν αγριόχοιρο, το ιερό ζώο της Αφροδίτης· ο Άττης, ο εραστής της Κυβέλης, πεθαίνει με ευνουχισμό. Ο θρήνος για αυτούς τους θεούς και η χαρά για την ανάστασή τους επαναλαμβάνονται στο τελετουργικό ενός άλλου γιου, του οποίου η θεότητα ήταν προορισμένη να διαρκέσει για πολύ.
Όταν ο χριστιανισμός πρωτοεμφανίστηκε στον αρχαίο κόσμο συνάντησε τον ανταγωνισμό της θρησκείας του Μίθρα και για πολύ καιρό ήταν αμφίβολο ποια θεότητα θα επικρατούσε.
Η φωτεινή μορφή του νεανικού πέρση θεού έμεινε ακατανόητη για εμάς. Ίσως μπορούμε να συμπεράνουμε από τις απεικονίσεις του Μίθρα να σφάζει τον ταύρο, πως αναπαριστούσε τον γιο ο οποίος επιτέλεσε μόνος του τη θυσία του πατέρα και έτσι αποδέσμευσε τα αδέρφια από την συνενοχή στην πράξη αυτή που τους καταπίεζε. Υπήρχε και ένας άλλος τρόπος να κατευναστεί αυτή η αίσθηση της ενοχής και αυτός είναι που πήρε ο Χριστός. Θυσίασε τη δική του ζωή και έτσι λύτρωσε τα αδέρφια από το προπατορικό αμάρτημα.
Η θεωρία του προπατορικού αμαρτήματος είναι Ορφικής προέλευσης· διατηρήθηκε στα μυστήρια και στη συνέχεια εισχώρησε στις φιλοσοφικές σχολές της ελληνικής αρχαιότητας. Οι άνθρωποι ήταν απόγονοι των Τιτάνων, οι οποίοι σκότωσαν και διαμέλισαν τον νεαρό Διόνυσο-Ζαγρέα. Το βάρος αυτού του εγκλήματος τους καταπίεζε. Ένα απόσπασμα από τον Αναξίμανδρο λέει πως η ενότητα του κόσμου είχε καταστραφεί από ένα αρχέγονο έγκλημα και όλα όσα πήγαζαν από εκείνο έπρεπε να κουβαλούν την τιμωρία για αυτό το έγκλημα. Παρότι τα χαρακτηριστικά της συνέργειας, του φόνου και του διαμελισμού έτσι όπως εκφράζονται στην πράξη των Τιτάνων θυμίζουν πολύ καθαρά την τοτεμική θυσία που περιγράφεται από τον Άγιο Νείλο —όπως επίσης και πολλούς άλλους μύθους της αρχαιότητας, για παράδειγμα, τον θάνατο του ίδιου του Ορφέα— είμαστε παρόλα αυτά ενοχλημένοι εδώ από την παραλλαγή σύμφωνα με την οποία ένας νεαρός θεός δολοφονήθηκε.
Στο χριστιανικό μύθο το προπατορικό αμάρτημα του ανθρώπου είναι αναμφίβολα μία προσβολή ενάντια στον Θεό, τον Πατέρα, και εάν ο Χριστός λυτρώνει την ανθρωπότητα από το βάρος του προπατορικού αμαρτήματος θυσιάζοντας τη δική του ζωή, αυτό μας αναγκάζει να συμπεράνουμε ότι αυτό το αμάρτημα ήταν φόνος. Σύμφωνα με το νόμο της αντεκδίκησης που είναι βαθιά ριζωμένος στην ανθρώπινη ψυχή, ένας φόνος μπορεί να ξεπλυθεί μόνο με τη θυσία μιας άλλης ζωής· η αυτοθυσία τονίζει την ενοχή για το χυμένο αίμα. Και αν αυτή η θυσία της ίδιας της ζωής κάποιου επιφέρει τη συμφιλίωση με τον θεό, τον πατέρα, τότε το έγκλημα που πρέπει να εξιλεωθεί μπορεί μονάχα να είναι ο φόνος του πατέρα.
Έτσι στο χριστιανικό δόγμα η ανθρωπότητα αναγνωρίζει με τον πιο απροκάλυπτο τρόπο την ένοχη πράξη των προϊστορικών χρόνων, καθώς τώρα βρήκε τον πιο ολοκληρωμένο τρόπο εξιλέωσης για αυτή την πράξη στο θάνατο του γιου με τη μορφή της θυσίας. Η συμφιλίωση με τον πατέρα είναι πλήρης γιατί ταυτόχρονα με αυτή τη θυσία ακολουθεί η ολοκληρωτική αποκήρυξη των γυναικών, για χάρη των οποίων η ανθρωπότητα επαναστάτησε ενάντια στον πατέρα. Όμως τώρα το ψυχολογικό ειμαρμένο της αμφιθυμίας διεκδικεί κι εκείνο τα δικαιώματά του. Μέσω της ίδιας πράξης η οποία προσφέρει τη μεγαλύτερη δυνατή εξιλέωση στον πατέρα, ο γιος επίσης επιτυγχάνει το στόχο των επιθυμιών του έναντι στον πατέρα. Γίνεται ο ίδιος θεός πλάι ή, καλύτερα, στη θέση του πατέρα του. Η θρησκεία του γιου αντικαθιστά τη θρησκεία του πατέρα. Ως ένα δείγμα αυτής της μετατροπής, το παλιό τοτεμικό γεύμα αναβιώνει πάλι στη μορφή της θείας κοινωνίας, στην οποία η ομάδα των αδερφών τώρα τρώει τη σάρκα και το αίμα του γιου και όχι πια του πατέρα, οι γιοι λοιπόν γίνονται ταυτόσημοι με αυτόν και καθαγιάζονται. Έτσι, με το πέρασμα των αιώνων βλέπουμε την ταύτιση του τοτεμικού γεύματος και της θυσίας του ζώου, με την ανθρωποθυσία του θεού και με τη χριστιανική θεία ευχαριστία και σε όλες αυτές τις τελετές αναγνωρίζουμε την επίδραση αυτού του εγκλήματος που τόσο καταπίεσε τους ανθρώπους, αλλά και για το οποίο θα πρέπει να ήταν τόσο περήφανοι. Κατά βάθος, ωστόσο, η χριστιανική θεία κοινωνία είναι ένα νέο παραμέρισμα του πατέρα, μια επανάληψη του εγκλήματος που πρέπει να εξιλεωθεί. Βλέπουμε πόσο δίκιο έχει ο Frazer, όταν ισχυρίζεται ότι «η χριστιανική θεία κοινωνία αφομοίωσε μέσα της ένα μυστήριο που είναι αναμφίβολα πολύ παλαιότερο του χριστιανισμού» (the Christian communion has absorbed within itself a sacrament which is doubtless far older than Christianity).
Ένα γεγονός όπως είναι ο αφανισμός του πρωταρχικού πατέρα από την ομάδα των αδελφών θα πρέπει να άφησε ανεξίτηλα ίχνη στην ιστορία της ανθρωπότητας και θα πρέπει να εκφράστηκε τόσο πιο συχνά σε πολυάριθμες υποκατάστατες μορφές του, όσο πιο λίγο έπρεπε διατηρηθεί ως ανάμνηση. Αποφεύγω τον πειρασμό να δείξω αυτά τα ίχνη στη μυθολογία, όπου δεν είναι δύσκολο να βρεθούν, και στρέφομαι σε ένα άλλο πεδίο ακολουθώντας τη νύξη του S. Reinach στον δελεαστικό τρόπο με τον οποίο πραγματεύεται τον θάνατο του Ορφέα.
Υπάρχει μια περίπτωση στην ιστορία της ελληνικής τέχνης που είναι εντυπωσιακά οικεία, παρά τις βαθιές αποκλίσεις της, με τη σκηνή του τοτεμικού γεύματος που ανακάλυψε ο Robertson Smith. Είναι η περίπτωση της παλαιότερης ελληνικής τραγωδίας. Μια ομάδα προσώπων, όλα με το ίδιο όνομα και τα ίδια ρούχα, πλαισιώνουν μια μοναδική φιγούρα από της οποίας τις λέξεις και τις πράξεις εξαρτώνται, και αναπαριστούν το χορό και τον αρχικό μοναδικό ηθοποιό που απέδιδε τον ήρωα. Μεταγενέστερες εξελίξεις δημιούργησαν έναν δεύτερο και έναν τρίτο ηθοποιό για να αναπαραστήσουν αντιπάλους του πρώτου στο παίξιμο και διαφοροποιημένες μορφές του ήρωα, αλλά ο χαρακτήρας του ήρωα καθώς και η σχέση του με το χορό δεν έχουν αλλάξει. Ο ήρωας της τραγωδίας πρέπει να υποφέρει· αυτό είναι και σήμερα ακόμα το ουσιαστικό περιεχόμενο της τραγωδίας. Σήκωσε επάνω του τη λεγόμενη ‘τραγική ενοχή’, που δεν είναι πάντα εύκολο να εξηγηθεί· συχνά δεν είναι μια ενοχή με την συνηθισμένη έννοια. Σχεδόν πάντα πρόκειται για εξέγερση ενάντια σε μια θεϊκή ή ανθρώπινη εξουσία και ο χορός συνοδεύει τον ήρωα, συμπάσχοντας μαζί του, προσπαθώντας να τον συγκρατήσει και να τον προειδοποιήσει, και τέλος θρηνεί το πεπρωμένο του αφού συναντήσει αυτό που θεωρείται πρέπουσα τιμωρία για την τολμηρή του πράξη.
Όμως γιατί ο ήρωας της τραγωδίας πρέπει να υποφέρει, και ποιο ήταν το νόημα της ‘τραγικής’ ενοχής του; Θα συντομεύσουμε τη συζήτηση με μια άμεση απάντηση. Έπρεπε να υποφέρει γιατί ήταν ο πρωτόγονος πατέρας, ο ήρωας της πρωταρχικής τραγωδίας, η επανάληψη της οποίας εδώ υπηρετεί μια συγκεκριμένη σκοπιμότητα, και η τραγική ενοχή είναι η ενοχή η οποία πρέπει να σηκώσει επάνω του ώστε να απαλλαγεί ο χορός από τη δική τους.
Τα δρώμενα πάνω στη σκηνή ήταν σκόπιμη παραποίηση της ιστορικής πραγματικότητας ή, κάποιος μπαίνει στον πειρασμό να πει, ήταν το αποτέλεσμα μιας εκλεπτυσμένης υποκρισίας. Στην πραγματικότητα, στην αρχική κατάσταση των πραγμάτων, ήταν τα ίδια τα μέρη του χορού που προκάλεσαν τα πάθη του ήρωα· εδώ, αντίθετα, εξαντλούνται σε εκδηλώσεις συμπάθειας και θρήνους και είναι ο ίδιος ο ήρωας που πρέπει να κατηγορηθεί για τα όσα υποφέρει. Το έγκλημα που του αποδίδεται, δηλαδή το θράσος και η επανάσταση ενάντια σε μια μεγάλη εξουσία, είναι το ίδιο όπως εκείνο το οποίο στο παρελθόν καταπίεζε τα μέλη του χορού, δηλαδή την ομάδα των αδερφών. Έτσι ο τραγικός ήρωας, μολονότι πάλι ενάντια στη θέλησή του, γίνεται ο λυτρωτής του χορού.
Όταν κάποιος ανακαλεί στη μνήμη του τον τρόπο που υπέφερε ο θεϊκός τράγος Διόνυσος στην αναπαράσταση της ελληνικής τραγωδίας και τον θρήνο της ακολουθίας των τράγων που ταυτίζονταν μαζί του, μπορεί τότε εύκολα να καταλάβει πώς το σχεδόν λησμονημένο δράμα επανήλθε το Μεσαίωνα με τα Πάθη του Χριστού.
Κλείνοντας αυτή την μελέτη, η οποία διεκπεραιώθηκε σε εξαιρετικά συμπυκνωμένη μορφή, θέλω να δηλώσω το συμπέρασμα ότι η αρχή της θρησκείας, της ηθικής, της κοινωνίας, και της τέχνης σμίγουν στο οιδιπόδειο σύμπλεγμα. Αυτό είναι σε πλήρη συμφωνία με τα ευρήματα της ψυχανάλυσης, δηλαδή πως ο πυρήνας όλων των νευρώσεων, σύμφωνα με τα όσα γνωρίζουμε για αυτές ως τώρα, βρίσκεται στο οιδιπόδειο σύμπλεγμα. Είναι μια μεγάλη έκπληξη για μένα πως αυτά τα προβλήματα της φυλετικής ψυχολογίας μπορούν επίσης να λυθούν μέσω ενός μόνο σταθερού σημείου, όπως είναι η σχέση με τον πατέρα. Ίσως ένα ακόμα ψυχολογικό πρόβλημα πρέπει να συμπεριληφθεί εδώ. Είχαμε τόσο συχνά την ευκαιρία να δείξουμε ότι η αμφιθυμία των συναισθημάτων στην πραγματική της διάσταση, δηλαδή η συνύπαρξη αγάπης και μίσους για το ίδιο αντικείμενο, βρίσκεται στη ρίζα σημαντικών πολιτισμικών σχηματισμών. Δε γνωρίζουμε τίποτα για την καταγωγή αυτής της αμφιθυμίας. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι είναι ένα θεμελιακό φαινόμενο της συναισθηματικής μας ζωής. Όμως μια άλλη πιθανότητα μου φαίνεται πως επίσης αξίζει της προσοχής μας: πως η αμφιθυμία, αρχικά ξένη στην συναισθηματική μας ζωή, αποκτήθηκε από την ανθρωπότητα εξαιτίας του συνδρόμου του πατέρα, εκεί όπου η ψυχαναλυτική έρευνα του μεμονωμένου ατόμου σήμερα, ακόμα αποκαλύπτει την ισχυρότερη έκφρασή της.
....