ευτυχισμένες... Τα χρώματά τους λάμπουν κάτω απ’
τον ήλιο, σα να μη γνώρισαν τη σάλα μου ποτέ... Σα να μη πρόκειται θαρρείς να την πλουτίσουν...»
«Εγώ είμαι πια η ευτυχία τους, μικρή πεταλούδα!
Εγώ και μόνον εγώ.»
Γύρισε προς το μέρος της. Το βλέμμα του έσμιξε με το δικό της βλέμμα.
«Δέξου» της είπε.
«Στο υπόσχομαι, σιγά σιγά θα ξεχάσεις τη μικρή μας συμφωνία...
Και τότε, δίχως θλίψη θα συνεχίσεις να ζεις στους ολάνθιστους κήπους μου.»
Προχώρησε προς την κορυφή της κυκλικής σκάλας.
Σταμάτησε στου κάστρου του το πρώτο, κι ίσως το τελευταίο σκαλοπάτι και γύρισε ξανά να την κοιτάξει.
«Σιγά σιγά και ’συ θα ξεχάσεις μικρή πεταλούδα...»
«...Όλοι ξεχνούν...»